Στόχος κάθε διοικητικής μεταρρύθμισης, όπως αυτή που επιχειρεί η κυβέρνηση με το Επιτελικό Κράτος, είναι η καλύτερη λειτουργία του. Η λειτουργία του κράτους, όμως, κρίνεται κυρίως από τον βαθμό ικανοποίησής μας από τις υπηρεσίες που μας παρέχει, από την δυνατότητά του να ανταποκρίνεται δίκαια και αποτελεσματικά στα αιτήματά μας. Έχει αποδειχθεί, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως, ότι όσο πιο κοντά σε ένα πρόβλημά μας δίνεται η λύση, όσο πιο κοντά σε μία ανάγκη μας παρέχεται η υπηρεσία τόσο καλύτερη η λύση και τόσο μεγαλύτερος ο βαθμός ικανοποίησής μας. Διότι, μεγαλύτερη εγγύτητα της αρχής που παρέχει την υπηρεσία με μας και την καθημερινότητά μας σημαίνει καλύτερη κατανόηση του προβλήματος και της ανάγκης να επιλυθεί, μεγαλύτερη εξοικονόμηση χρόνου και αυξημένη δυνατότητα του πολίτη να ελέγχει και να κρίνει το αποτέλεσμα.

Ένας δήμαρχος, για παράδειγμα, έχει, πρώτον, άμεση και καλύτερη γνώση των προβλημάτων του τόπου του, δεύτερον, διαθέτει τη χρονική, τουλάχιστον, δυνατότητα να επέμβει άμεσα, ακόμα και αν αυτό σημαίνει την εγρήγορση του κράτους, τρίτον, υπόκειται στον έλεγχο των πολιτών του και, τέταρτον, η λύση που παρέχει συναγωνίζεται σε αποτελεσματικότητα αντίστοιχες λύσεις και υπηρεσίες που παρέχονται σε άλλους Δήμους. Ό,τι ακριβώς δεν συμβαίνει με έναν υπουργό ή τον υπάλληλο σε κάποιο υπουργείο που δεν έχει αίσθηση της καθημερινότητάς μας.

Όποιος, λοιπόν, θέλει να σχεδιάσει ένα λειτουργικό κράτος, πρέπει να ξεκινήσει από το πρόβλημα και από το πώς θα εξυπηρετηθούμε καλύτερα εμείς οι πολίτες, μετά από το πώς λειτουργούν οι Δήμοι και τι μπορούν να αναλάβουν, στη συνέχεια, αντίστοιχα, πώς λειτουργούν οι Περιφέρειες και τι μπορούν να αναλάβουν και, τέλος πώς θα οργανωθεί το «επιτελικό» κεντρικό κράτος για να υπηρετήσει και να αξιολογεί τα παραπάνω. Η πορεία πρέπει να είναι από τη βάση, από εμάς τους πολίτες, προς τα πάνω και όχι το αντίθετο.

Αυτό δηλαδή που δεν έκανε η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Ο Νόμος 4622/07.08.2019 για το «Επιτελικό Κράτος», όπως δημοσιεύτηκε από το Εθνικό Τυπογραφείο, καταλαμβάνει 72 σελίδες, έχει 120 άρθρα και δεν κάνει ούτε μια αναφορά στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Γίνεται «Επιτελικό Κράτος» χωρίς Τοπική Αυτοδιοίκηση; Ποτέ και πουθενά, παγκοσμίως. Κι όμως, στην Ελλάδα του 2019 συγγράφεται ολόκληρο νομοσχέδιο και αντί τουλάχιστον το μισό να αφορά στον ρόλο, τις αρμοδιότητες και τις ευθύνες που αναλαμβάνουν οι Δήμοι και οι Περιφέρειες, δεν γίνεται αναφορά ούτε καν στις σχέσεις της Κεντρικής Διοίκησης με τους οργανισμούς αυτούς.

Αδυνατώ να περιγράψω πόσο λάθος είναι στη σύλληψη και τον σχεδιασμό του αυτό το νομοσχέδιο, ανεξάρτητα εάν περιλαμβάνει θετικά στοιχεία. Ενδεικτικά:

1. Στο άρθρο 19 του Νόμου 4622/07.08.2019, αναφέρονται ως αρχές καλής διακυβέρνησης και χρηστής διοίκησης οι αρχές της νομιμότητας, της διαφάνειας και λογοδοσίας, της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας, της αναγκαιότητας και επικουρικότητας, της αξιοκρατίας και του επαγγελματισμού. Μάλιστα. Πολύ σωστά. Μόνο που λείπει μία: η αρχή της εγγύτητας παροχής των υπηρεσιών στους πολίτες που οδηγεί στην ουσιαστική αποκέντρωση και την ενίσχυση της τοπικής αυτοδιοίκησης. Με λίγα λόγια, λείπει η σημαντικότερη αρχή για τη συγκρότηση ενός Επιτελικού Κράτους.

2. Εξίσου ανησυχητικό είναι ότι ο κυβερνητικός προγραμματισμός περιορίζεται σε Προσχέδια Δράσης που εκπονούν τα Υπουργεία (Μέρος Γ΄, άρθρα 49 – 52 του Νόμου 4622/07.08.2019). Οι εμπνευστές των διατάξεων αυτών αγνοούν επιδεικτικά την Τοπική Αυτοδιοίκηση (Περιφέρειες και Δήμους) που εμπλέκεται στη συντριπτική πλειοψηφία των δημόσιων πολιτικών. Το ελάχιστο που θα έπρεπε να προβλέπεται είναι τα Υπουργεία, κατά τη διαδικασία εκπόνησης των Προσχεδίων Δράσης, να υποχρεώνονται να ζητούν τις κατά τομέα πολιτικής προτάσεις των Περιφερειών της χώρας.
Παράλληλα, σε κάθε Ετήσιο Σχέδιο Δράσης και στο Ενοποιημένο Σχέδιο Κυβερνητικής Πολιτικής, θα έπρεπε να περιλαμβάνεται ένα κεφάλαιο για την «περιφερειοποίησή» του, δηλαδή να φαίνεται με σαφή τρόπο πώς διαφοροποιούνται οι ρυθμίσεις, τα μέτρα και τα προγράμματά του στις νησιωτικές, τις ορεινές, τις αγροτικές, τις αστικές και τις μητροπολιτικές περιοχές.

Όταν ξεκινάς από λάθος θεμέλια δεν χτίζεις σωστά το σπίτι. Είναι περιττό να περιγράψω πόσο σημαντικό είναι να συνεργάζονται η κεντρική διοίκηση με τις περιφέρειες και τους δήμους κατά την εκπόνηση του προγραμματισμού και την υλοποίηση δημοσίων πολιτικών. Τόσο για την εξυπηρέτηση του πολίτη όσο και για τον καθορισμό αναπτυξιακών προτεραιοτήτων.

Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως πριν από 33 χρόνια, η τότε Κυβέρνηση του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος είχε κάνει το πρώτο σημαντικό βήμα για τον «Δημοκρατικό Προγραμματισμό», με τη συμμετοχή κεντρικού – περιφερειακού – τοπικού επιπέδου στον αναπτυξιακό προγραμματισμό της χώρας (Νόμος1622/1986 – Μέρος Τέταρτο «Δημοκρατικός Προγραμματισμός» – άρθρα 70–74). Σήμερα θα έπρεπε να χτίζουμε πάνω σε αυτές τις αξίες.

Δεν είναι τυχαίο, βέβαια, ότι το σύνολο των βασικών μεταρρυθμίσεων για τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης, παράλληλα με εκείνες προς την κατεύθυνση προώθησης της Αποκέντρωσης και ενίσχυσης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, έγιναν από κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Διότι, προϋποθέτει ότι αντιλαμβανόμαστε τον πολίτη, την καθημερινότητά του και την εξυπηρέτησή του, στο επίκεντρο των πολιτικών μας. Και δεν είναι τυχαίο ότι η Συντήρηση ακόμα αδυνατεί να αντιληφθεί πως «Επιτελικό Κράτος» συγκροτείται μόνον εάν πετύχουμε την ουσιαστική Αποκέντρωση, ώστε η Κεντρική Δημόσια Διοίκηση, οι Περιφέρειες και οι Δήμοι να αποτελούν «τρεις ισότιμους παίκτες στην υπηρεσία του πολίτη». Διότι, το κριτήριο της ιεράρχησής τους δεν πρέπει να είναι ποιος διαχειρίζεται παραπάνω εξουσία, αλλά ποιος καλείται, σε κάθε περίπτωση, να μας υπηρετήσει.

Γιατί, όμως, το «επιτελικό κράτος» δελεάζει όλες τις κυβερνήσεις αλλά ένα ουσιαστικό επιτελικό κράτος παραμένει ζητούμενο; Διότι, όλοι γνωρίζουμε ότι θα είναι πιο αποτελεσματικό – αλλά, από την άλλη, απαιτεί απώλεια εξουσίας. Τουλάχιστον όπως την αντιλαμβάνεται σήμερα το κεντρικό πολιτικό σύστημα. Ένα πραγματικά επιτελικό κράτος θέτει τα κριτήρια και το πλαίσιο, νομοθετώντας σε πλήρη συνεργασία με τους φορείς που θα κληθούν να λειτουργήσουν σε αυτό το πλαίσιο και μετά ελέγχει τα αποτελέσματα ως προς τη νομιμότητά τους. Δεν προσλαμβάνει, δεν ανοιγοκλείνει πελατειακά την κάνουλα των χρηματοδοτήσεων, δεν επιβάλλει γραφειοκρατικές διαδικασίες: όλα αυτά που καθιστούν όμηρους τους φορείς που καλούνται να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες μας.

Ποια κεντρική πολιτική δύναμη σήμερα είναι έτοιμη να δείξει τέτοια εμπιστοσύνη που συνεπάγεται πραγματική απώλεια εξουσίας προς όφελος του πολίτη;

Προσωπικά, ως πολίτης αλλά και ως αιρετός της Αυτοδιοίκησης, θα ήθελα να δω έναν ενιαίο, επαναστατικό κώδικα που θα νομοθετηθεί με τίτλο «Στην υπηρεσία του πολίτη: Αποκέντρωση, Αυτοδιοίκηση και Επιτελικό Κράτος». Αλλά κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει μόνο από ανθρώπους που πιστεύουν ότι η Αυτοδιοίκηση μπορεί να ανταποκριθεί καλύτερα στο μεγαλύτερο μέρος των αναγκών μας και της καθημερινότητάς μας. Το Αυτοδιοικητικό Κίνημα, ο φορέας εκπροσώπησης των δημοκρατικών και προοδευτικών δημάρχων της χώρας, πιστοί στην ιστορία μας και στην μέχρι τώρα πορεία μας, θα κάνει ακριβώς αυτό.

Μπορείτε να διαβάσετε εδώ ολόκληρο το άρθρο του Παύλου Γερουλάνου στην aftodioikisi.gr .