-Θα έλεγα ότι η εξωτερική πολιτική μαζί με την άμυνα, τον τουρισμό και την ψηφιοποίηση είναι οι 4 τομείς που έχουν αποδείξει ότι η Ελλάδα έχει αντοχές, λόγω τριών βασικών χαρακτηριστικών. Πρώτον, οι συνεργασίες που αποφασίζουν σε μια πολιτική, την οποία η χώρα ακολουθεί με συνέπεια τα τελευταία 20 χρόνια. Δεύτερον, η συνέχεια. Όλα τα κόμματα που έχουν κυβερνήσει, αποδέχονται ότι ο πιο εποικοδομητικός ρόλος της Ελλάδας είναι ο σταθεροποιητικός. Και βλέπουμε πόσο χρήσιμο είναι αυτό, την ώρα που υπάρχουν όλες αυτές οι εξελίξεις στις γύρω χώρες. Τρίτον, τα συστήματα, δηλαδή οι τρόποι που διασφαλίζουν ότι την πολιτική που έχει επιλέξει μια Κυβέρνηση θα τη σεβαστούν και οι επόμενοι. Στην Ελλάδα μάς αρέσει να αυτομαστιγωνόμαστε, αλλά σπανίως μαθαίνουμε απ’ όσα κάνουμε καλά. Ο τρόπος με τον οποίο πάμε σε εκλογές σε μία περιοχή που αντιμετωπίζει κινδύνους λόγω διάφορων εξελίξεων, χαρακτηρίζεται από τη σιγουριά πως «εμείς ξέρουμε πού είμαστε και τι θέλουμε να πετύχουμε, όποιος και αν βρίσκεται στην Κυβέρνηση, ακόμα και αν έχουμε Κυβερνήσεις συνεργασίας». Αυτό αποτελεί θετική εξέλιξη, η οποία όμως έρχεται σε αντίθεση με τον κ. Μητσοτάκη που προσπαθεί να πείσει λέγοντας «φανταστείτε να είχαμε αυτές τις εξελίξεις στην Τουρκία και εμείς να έχουμε Κυβερνήσεις συνεργασίας». Ό,τι συνεργασία και να είναι, θα είναι από κόμματα τα οποία έχουν σεβαστεί έναν συγκεκριμένο στόχο για την εξωτερική πολιτική. Θα ήθελα να αποκτήσουμε μια πιο πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική. Να μπορούμε να μιλάμε την ίδια ώρα και με τη Μέση Ανατολή και με τη Βόρεια Αφρική πιο δημιουργικά απ’ ότι σήμερα και όχι να τρέχουμε «πυροσβεστικά» πίσω από θέματα. Οι βάσεις μιας εθνικής πολιτικής σε αυτούς τους 4 τομείς έχει επιτευχθεί και γι’ αυτό και βλέπουμε ότι καρπωνόμαστε πλέον τα καλά μιας συνεργασίας και μιας συνέχειας συστημάτων που όλοι σέβονται.

 

-Κατά καιρούς, έχω τοποθετηθεί για τις Πρέσπες αναφέροντας τα καλά αυτής της συμφωνίας αναφορικά με την απελευθέρωση που έδωσε στην Ελλάδα. Περάσαμε δύσκολες διπλωματικές εποχές, αλλά αν πρέπει να κάνω μια κριτική για τις Πρέσπες θα έλεγα ότι αντίθετα από την εξωτερική πολιτική που υπηρετείται από όλους με τον ίδιο τρόπο, υπήρχε μια αδυναμία του κ. Τσίπρα στο να δημιουργήσει ένα κοινό μέτωπο των ελληνικών κομμάτων. Τουλάχιστον των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου, ώστε να υποστηριχτεί αυτή η συμφωνία ή εν πάση περιπτώσει να συμβάλλουν στην υποστήριξή της, μέλη άλλων κομμάτων. Ακριβώς εκεί βρίσκεται η δύναμη των συνεργασιών, η οποία οδηγεί στο να μπορείς να δημιουργήσεις συγκλίσεις. Νομίζω πως αν συνέβαινε αυτό, θα μας έβλεπαν διαφορετικά ακόμη και οι Σκοπιανοί.

 

-Είμαστε ένα κόμμα με έναν νέο αρχηγό, καινούργια πορεία κι αν ακόμη δεν έχουμε πείσει έναν αριθμό ανθρώπων ότι έχουμε λόγο ύπαρξης, είναι πιο σημαντικό να κάνουμε εποικοδομητική αντιπολίτευση, όπως κάνουμε μέχρι σήμερα. Καταρχάς, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι στον κόσμο. Η απλή αναλογική και η ενισχυμένη δεν είναι το ίδιο. Δυστυχώς, προσπαθούμε να εφαρμόσουμε την απλή αναλογική με μυαλά ενισχυμένης. Δεν αναφέρομαι μόνο στον κ. Μητσοτάκη που λέει «εγώ θα σας πηγαίνω σε εκλογές, μέχρι να με ψηφίσετε», αλλά και για τον κ. Τσίπρα που λέει «εγώ δε θα κάνω Κυβέρνηση Ηττημένων». Στην απλή αναλογική όλοι είναι ηττημένοι. Δεν σημαίνει ότι, επειδή πήρες 33% και ο άλλος πήρε 30%, είσαι εσύ νικητής.

-Ο κ. Τσίπρας, εφήρμοσε την απλή αναλογική επειδή πραγματικά πιστεύει ότι είναι δημοκρατικό σύστημα ή το κάνει για να δημιουργήσει το χάος; H απλή αναλογική δε δίνεται σαν μπόνους σε έναν λαό που ωρίμασε, αλλά είναι εργαλείο του λαού, για να ωριμάσει το πολιτικό του σύστημα.

Ο κ. Μητσοτάκης δεν κοιτάζει προς το ΠΑΣΟΚ, αλλά προς τη ΝΔ. Αν παρατηρήσετε, ξεκίνησε λέγοντας ότι «εμένα δε με ενδιαφέρει η απλή αναλογική, την εντολή θα την παραδώσω». Κάποιοι στη συνέχεια τον συμβούλευσαν πως αυτό δεν είναι και τόσο δημοκρατικό και πως πρέπει να δείξει ότι σέβεται τους θεσμούς, πράγμα που έχει καιρό να κάνει. Έπειτα είπε «εγώ θα συνεργαστώ και θα βρω έναν χώρο κοινό με το ΠΑΣΟΚ». Μετά είδε τις δημοσκοπήσεις να τσιμπάνε, όπως είπαν οι αναλυτές, και μετά άλλαξε και πάλι τακτική και είπε «γιατί να χαλάμε τώρα τις καρδιές μας και να παρακαλάμε το ΠΑΣΟΚ, θα κάνουμε μία στρατηγική αυτοδυναμίας». Άρα, δεν βλέπω τον κ. Μητσοτάκη να στοχεύει προς το ΠΑΣΟΚ, όσο το να προσπαθεί να συσπειρώνει περισσότερο τους δικούς του ψηφοφόρους σε μία μάχη απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτή ήταν η στάση του κ. Μητσοτάκη, ποτέ δεν ήθελε συνεργασίες. Ποτέ δεν πίστεψε πραγματικά στην απλή αναλογική και είναι ένας από τους λόγους που δε θα μπορούσε να είναι ποτέ Πρωθυπουργός της απλής αναλογικής. Για να είσαι Πρωθυπουργός της απλής αναλογικής, πρέπει πρώτον να την πιστεύεις, δεύτερον να δέχεσαι κάποιον έλεγχο της εξουσίας και τρίτον, να συνθέτεις διαφορετικές πολιτικές προσεγγίσεις. Δε μας έχει συνηθίσει έτσι ο κ. Μητσοτάκης και νομίζω ότι θα κάνει το παν, για να μη βρεθεί σε μία τέτοια θέση.

-Η βάση μας είναι μοιρασμένη. Κάποιοι θέλουν συνεργασίες, αλλά όχι με τον κ. Μητσοτάκη, άλλοι χωρίς τον κ. Τσίπρα, άλλοι με κανέναν. Το ΠΑΣΟΚ, έχει την αυτόνομη πορεία του και θεωρώ ότι είναι σημαντικό και για την ιστορική του διαδρομή να την κρατήσει, σε μία εποχή όπου και ο κ. Τσίπρας και ο κ. Μητσοτάκης μας λένε ότι μας έβγαλαν από τα μνημόνια.

Όταν ο κίνδυνος είναι απέξω ή όταν τα μνημόνια έρχονται μαζί με έναν πακτωλό χρημάτων, για να σωθούν οι τράπεζες κτλ, είναι εύκολο το πολιτικό σύστημα να βγάλει κοινή γραμμή την οποία μπορεί να υποστηρίξει και γι’ αυτό το έχουμε δει να γίνεται με τον α’ ή τον β’ τρόπο. Έχουμε μεγαλύτερη δυσκολία να το κάνουμε αυτό σε θέματα που αφορούν την καθημερινότητα του κόσμου και αυτό είναι για εμένα η μεγάλη αποτυχία του πολιτικού μας συστήματος.

Αξίζει να συμφωνήσουμε, για να πάει η χώρα μπροστά. Οφείλουμε να τα βάλουμε επιτέλους με τις παθογένειες αυτού του πολιτικού συστήματος και οποιαδήποτε συνεργασία προχωρήσει αυτήν τη μεταρρυθμιστική ατζέντα μπροστά, θα είναι καλή για οποιοδήποτε κόμμα συμμετέχει σε αυτήν.

Παρακάτω μπορείτε να δείτε αποσπάσματα από τη συνέντευξή μου στο «One Channel», με τον δημοσιογράφο Γιάννη Πολίτη:

 

https://www.youtube.com/watch?v=o-2jGp2RBHY