«Είναι ώρα να κάνουμε ένα βήμα μπροστά, να εκφράσουμε ένα όραμα μέσα στο οποίο να νιώσει ο κάθε Έλληνας ότι μπορεί να συμμετέχει. Ο ρόλος του προοδευτικού χώρου δεν είναι να κάνει μερεμέτια, αλλά να δώσει ένα νέο όραμα για το πώς μπορεί η ελληνική κοινωνία να ανοίξει, ούτως ώστε οι περισσότεροι από εμάς να μπορούμε να δημιουργήσουμε. Ο δικός μας ο χώρος ποτέ δεν βασίστηκε στην κριτική στον απέναντι, αλλά στο δικό του όραμα και τις προτάσεις για το πώς να πάει τα πράγματα μπροστά».

Όσον αφορά την κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας: «ναι μεν πέτυχε στην πρώτη φάση, επειδή έλαβε γρήγορα αποφάσεις, στο δεύτερο κύμα όμως απέτυχε να εμπνεύσει τους πολίτες» προσθέτοντας ότι βλέπει «μια πολιτική που βασίζεται στα χρήματα που έρχονται απ’ έξω, δημιουργώντας λίγο καλύτερες συνθήκες με το σχέδιο Πισσαρίδη για το μεγάλο κεφάλαιο» και χαρακτήρισε την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης «συντηρητική». «Στο δεύτερο κύμα, αυτό που έπρεπε να κερδίσει η κυβέρνηση ήταν η συμμετοχή όλο και περισσότερων ανθρώπων στη διαχείριση της πανδημίας, έπρεπε να εμπνεύσει τους πολίτες. Δεν το πέτυχε γιατί ανέπτυξε μια διγλωσσία, έκανε τον κόσμο να νιώσει ότι η πανδημία χρησιμοποιήθηκε για μικροκομματικούς σκοπούς. Έστειλε λάθος μήνυμα με την ατομική ευθύνη. Η συλλογική ευθύνη είναι το ζητούμενο. Έχει να κάνει με τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε και βλέπουμε ο ένας τον άλλον. Έπρεπε να πιάσει στο φιλότιμο, αντιθέτως δεν έκανε αυτό, είπε εσύ είσαι υπεύθυνος».

«Η οπτική γωνία της κυβέρνησης είναι περιορισμένης εμβέλειας. Αλλά τα προβλήματα των μεγάλων επιχειρήσεων είναι πολύ διαφορετικά από τους μικρομεσαίους, ο μεγάλος έχει πρόσβαση. Αν θεωρούμε ότι θα περάσουμε τα 70 δισ. ευρώ μέσα από τις μεγάλες επιχειρήσεις, ξεχνώντας τους μικρομεσαίους, θα βρεθούμε μπροστά σε συνθήκες όπου τα χρήματα αυτά αντί να μείνουν και να δημιουργήσουν πλούτο στην Ελλάδα, θα φύγουν στο εξωτερικό. Δεν δαιμονοποιώ το σχέδιο Πισσαρίδη, αλλά παίζουμε μπάλα σε ένα πολύ μικρό γήπεδο, το όραμα για τη χώρα δεν μπορεί να είναι ένα όραμα αποφόρτισης του μεγάλου κεφαλαίου από τη γραφειοκρατία, αλλά ένα όραμα αποφόρτισης του κάθε Έλληνα από τη γραφειοκρατία που τον κρατά στο περιθώριο. Δημιουργείται ένα ασφυκτικό κλίμα γύρω από τις μικρές επιχειρήσεις, άρα ή παρανομείς ή κλείνεις. Oi προοδευτικές δυνάμεις θα έπρεπε να μιλήσουν γι’ αυτά τα πράγματα και αντί γι’ αυτό κάνουν κριτική στα σχέδια Μητσοτάκη. Εκεί που πραγματικά χτυπά η καρδιά της αγοράς. Οι εκλογές πλησιάζουν και χρειαζόμαστε στιβαρό αφήγημα για να πάει τη χώρα μπροστά».

«Υπάρχει ανάγκη διεύρυνσης της παραγωγικής βάσης. Αυτό σημαίνει ότι περισσότεροι Έλληνες παίζουν στο παιχνίδι, υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα απίστευτοι θύλακες δημιουργικότητας που καταπατώνται από τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούμε, όπως για παράδειγμα η τεράστια γραφειοκρατία, έχουμε ένα πολιτικό σύστημα που βασίζεται σε μια ανάπτυξη που προέρχεται από τους λίγους και μεγάλους. Όσο λιγότεροι παράγουν σε μια κοινωνία τόσο πιο περιορισμένη είναι η οικονομική δραστηριότητα. Μόνο ανοίγοντας το παιχνίδι, δίνοντας εργαλεία σε μικρότερους παραγωγούς, μπορούμε να αλλάξουμε το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δούμε ποιες είναι πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας. Για να αξιοποιηθεί αυτός ο πλούτος, όμως, χρειάζεται μια στρατηγική από το πολιτικό σύστημα. Θα χρειαστεί από το κράτος να χρησιμοποιηθούν οι νέες τεχνολογίες για να έχουν πρόσβαση οι μικροί σε μεγάλες αγορές. Αντίθετα το πολιτικό σύστημα τόσο καιρό θέλει να συρρικνώσει τους μικρομεσαίους θεωρεί ότι δεν είναι ανταγωνιστικοί, ότι φοροδιαφεύγουν. Σήμερα, λοιπόν, το ερώτημα είναι πώς θα δημιουργήσουμε τις συνθήκες για να σταθούμε στα πόδια μας».

«Η πλατφόρμα του Τραμπ βασίζεται στην πολιτικοποίηση του φόβου που είναι και γνώρισμα όλων των λαϊκιστών που θέλουν να βάλουν ένα κομμάτι της κοινωνίας απέναντι σε ένα άλλο. Το θέμα είναι κατά πόσο οι δυνάμεις που δεν παίζουν σε αυτό το ταμπλό έχουν τη δυνατότητα να μιλήσουν στο κοινό το οποίο απευθύνονται άνθρωποι σαν τον Τραμπ. Ο φόβος αυτός έρχεται από την παγκοσμιοποίηση, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού νιώθει ότι δεν έχει πρόσβαση σε αυτόν τον καινούργιο κόσμο που χτίζεται, από τον τρόπο που λειτουργεί η οικονομία πλέον, τις νέες τεχνολογίες, την πανδημία του κορονοϊού, όλα αυτά εντείνουν τους φόβους που υπάρχουν στην κοινωνία και το πολιτικό σύστημα καταλαβαίνει ότι όσο δεν μιλά για τέτοια θέματα αφήνει χώρο σε ανθρώπους σαν τον Τραμπ να τον εκμεταλλευτούν».

Για τα ελληνοτουρκικά:«όταν δυο χώρες ζουν σε τέτοια ένταση για τόσο μεγάλο διάστημα ο διάλογος και τα διεθνή φόρα είναι ο μόνος τρόπος για να λύσεις τις διαφορές, αλλά ο τρόπος που πας σε αυτόν τον διάλογο, πόσο προετοιμασμένος είσαι, ποιους συμμάχους έχεις είναι το μείζον ζήτημα. Η Ελλάδα είχε πάντα πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Είχαμε ρόλο στα Βαλκάνια, μιλούσαμε με την  Μέση Ανατολή, η βόρειος Αφρική ήταν μια περιοχή που μπορούσαμε να κινηθούμε άνετα. Σήμερα βλέπουμε ότι η Ελλάδα έχει πάει πίσω σε αυτές τις περιοχές και η Τουρκία έχει αυξήσει την επιρροή της. Χρειάζεται πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική με περισσότερες συμμαχίες, έτσι ώστε όταν η Ελλάδα θα πάει να δώσει τις μάχες, να τις δώσει με τη δύναμη που της αξίζει».

Μπορείτε να παρακολουθήσετε εδώ ολόκληρη τη συνέντευξη.