Κυρίες και κύριοι,

Φίλες και φίλοι,

Θέλω να σας καλωσορίσω στη σημερινή παρουσίαση, που είναι για μας πολύ σημαντική.

Θεωρούμε σημαντικό να κρατάμε ψηλά στην ατζέντα τον Πολιτισμό σε μια εποχή που ο δημόσιος διάλογος περιστρέφεται αναγκαστικά κυρίως γύρω από την οικονομία.

Θέλω να πω ότι με στενοχωρεί ιδιαίτερα όταν ακούω από τους συμπολίτες μας να επαναλαμβάνουν μια γνωστή φράση του Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, ότι η Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα είναι σαν παιδί χωρίς πιστοποιητικό γέννησης.

Αυτό μπορεί να αφορά το πώς βλέπει η Ευρώπη τον εαυτό της αλλά δεν απαντά στο πώς βλέπουμε εμείς τον εαυτό μας και το πώς θέλουμε να μας βλέπουν οι άλλοι.

Γιατί το ποιοι είμαστε δεν αφορά μόνο το παρελθόν μας αλλά και το πώς διαχειριζόμαστε αυτό το παρελθόν και, κυρίως, τι είναι αυτό που σήμερα δημιουργούμε.

Ως χώρα, έχουμε δύο πολύ σημαντικούς λόγους να επενδύουμε στον Πολιτισμό:

Καταρχήν, για την αξία που αυτός έχει καθεαυτός για τη ζωή των ανθρώπων, ως διανοητική, συναισθηματική και πνευματική εμπειρία. Ως μέσο δηλαδή αναβάθμισης της ποιότητας ζωής των πολιτών.

Έπειτα, για όλους τους κοινωνικούς, αλλά και οικονομικούς σκοπούς που μπορούμε να πετύχουμε μέσα απ’ αυτόν και οι οποίοι συνδέονται άρρηκτα με την κοινωνική ευημερία. Γιατί είναι σαφές ότι ο Πολιτισμός για μια χώρα σαν την Ελλάδα μπορεί αφενός να είναι μέσο διεθνούς επιρροής, αφετέρου πηγή πλούτου και μοχλός οικονομικής ανάπτυξης.

Γι’ αυτό ακριβώς η Πολιτεία δίνει και πρέπει να δίνει λεφτά στον Πολιτισμό ειδικά και σε περίοδο κρίσης, όπως αυτή που ζούμε.

Δεν πρόκειται για καμία περιττή πολυτέλεια. Δεν αφορά μια ελίτ. Αφορά τον Έλληνα πολίτη.

Σε ό,τι αφορά το ΥΠ.ΠΟ.Τ. ειδικότερα, ανέκαθεν το κέντρο βάρους της δράσης του ήταν η προστασία και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτό μπορεί κανείς εύκολα να το διαπιστώσει βλέποντας τα κονδύλια και τους ανθρώπινους πόρους που έχουν διατεθεί, αλλά και τους θεσμούς και τις δομές που έχουν δημιουργηθεί μέσα στα χρόνια –την Αρχαιολογική Υπηρεσία, το ΚΑΣ κτλ.

Ο σύγχρονος πολιτισμός μπορώ να πω ότι είναι ο «μεγάλος αδικημένος» της ιστορίας. Δεν τον διαχειριζόμαστε και δεν τον αξιοποιούμε όπως του αξίζει.

Επαφίεται μέχρι σήμερα στον κάθε Υπουργό το κατά πόσον θα ασχοληθεί μαζί του. Άλλοι το έκαναν με μεγαλύτερη, κι άλλοι με μικρότερη επιτυχία.

Η δική μας εμπειρία στο Υπουργείο αυτά τα δυόμισι χρόνια για το σύγχρονο πολιτισμό υπήρξε αποκαλυπτική.

Διαπιστώσαμε τεσσάρων ειδών προβλήματα:

Πρώτον, ανυπαρξία δομών, και ειδικά δομών για τη χάραξη στρατηγικής.

Δεύτερον, η προβληματική συχνά σχέση Υπουργείου-εποπτευομένων αλλά και στρεβλώσεις στη σχέση του με τους εκτός Υπουργείου επιχορηγούμενους πολιτιστικούς φορείς.

Τρίτον, ανυπαρξία πραγματικής περιφερειακής πολιτικής.

Και, ανεπαρκή προώθηση και προβολή του ελληνικού πολιτισμού εκτός συνόρων.

Αποτέλεσμα;

Ένας τομέας της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου με τεράστιες δυνατότητες να μην έχει τις ευκαιρίες που του αξίζουν.

Αυτό πρέπει να αλλάξει.

Νομίζω ότι όλοι έχουμε κουραστεί με τη φράση «ο Πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας» και πρέπει να πούμε συγκεκριμένα στους πολίτες με ποιο τρόπο μπορούμε να το καταφέρουμε αυτό στην πράξη.

Θεωρήσαμε, από την πρώτη στιγμή που ήρθαμε στο Υπουργείο ότι πρέπει να ξεφύγουμε απ’ το υπουργοκεντρικό μοντέλο το οποίο αποδεδειγμένα δεν δούλεψε όλα αυτά τα χρόνια και να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο το Υπουργείο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και τον ρόλο του.

Μετά από δύο χρόνια δουλειάς στο ΥΠΠΟΤ, παρουσιάζουμε λοιπόν σήμερα μια ολοκληρωμένη πρόταση για το πώς θα φτιάξουμε ένα Υπουργείο που θα «βλέπει» ό,τι δημιουργικό συμβαίνει σήμερα και θα παρεμβαίνει ώστε να ενισχύει αυτά που πραγματικά αξίζουν τη στήριξή του.

Είναι προφανές ότι αυτή η πρόταση για μια νέα πολιτιστική πολιτική αφορά:

-τους επαγγελματίες του χώρου, και συνεπώς όλη την καλλιτεχνική και οικονομική δραστηριότητα που αναπτύσσεται γύρω απ’ αυτόν (οικονομία του πολιτισμού) και γενικότερα (π.χ. ενίσχυση του τουρισμού)

-το κοινό αλλά και την κοινωνία γενικότερα, αφού η προαγωγή του Πολιτισμού συνδέεται με σημαντικούς κοινωνικούς στόχους, όπως η παιδεία, η κοινωνική συνοχή, η ποιότητα της καθημερινότητάς μας, η πολυπολιτισμικότητα

-τη χώρα συνολικά, αφού ο Πολιτισμός συνδέεται με το κεφαλαιώδες ζήτημα της εθνικής μας ταυτότητας και την εικόνα που οι άλλοι έχουν για μας.

Πρέπει σ’ αυτό το σημείο να πω ως αυτή η πρόταση δεν θα ήταν δυνατόν να συγκροτηθεί αν επί δύο χρόνια δεν είχαμε προλειάνει το έδαφος γι’ αυτό. Δεν μπορείς να χτίσεις αν δεν έχεις βάλει γερά θεμέλια.

Εμείς διαχειριστήκαμε τα θέματα του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού με τρόπο που να διασφαλίζεται η διαφάνεια, η αξιοκρατία, οι ίσες ευκαιρίες.

Ο στόχος που θέσαμε είναι να πιάνει τόπο κάθε ευρώ που δίνεται για τον Πολιτισμό και να επιστρέφει 100% στην κοινωνία.

Ειδικά στον χώρο του Σύγχρονου Πολιτισμού, πραγματοποιήσαμε τριών ειδών παρεμβάσεις:

Πρώτον, στον τρόπο που δουλεύουν οι εποπτευόμενοι φορείς του Υπουργείου.

Δεύτερον, στη σχέση του Υπουργείου με τους ιδιωτικούς πολιτιστικούς φορείς.
Τρίτον, στη δημιουργία και ανάπτυξη συγκεκριμένων προγραμμάτων και δράσεων με έμφαση στη νέα δημιουργία, τη διάχυση του πολιτισμού σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια και την εξωστρέφεια του ελληνικού πολιτιστικού προϊόντος.

Σε ό,τι αφορά τους εποπτευόμενους φορείς, δουλέψαμε καταρχήν για τον αναγκαίο εξορθολογισμό των δαπανών τους. Αλλά δε μείναμε εκεί. Στηρίξαμε δράσεις τους μέσω εθνικών και κοινοτικών κονδυλίων ώστε να μεγιστοποιήσουμε την παρεμβατική τους ικανότητας στα πολιτιστικά πράγματα της χώρας. Δεν είναι τυχαίο ότι, παρά τις αντίξοες συνθήκες, πολλοί απ’ αυτούς (όπως το Εθνικό, το ΚΘΒΕ, η Λυρική, το ΕΚΕΒΙ) διανύουν μία απ’ τις πιο δημιουργικές φάσεις της ιστορίας τους.

Σε ό,τι αφορά τους πολιτιστικούς φορείς εκτός Υπουργείου, κάναμε μια μικρή επανάσταση. Δημιουργήσαμε το «Μητρώο Πολιτιστικών Φορέων» και θέσαμε για πρώτη φορά σαφείς και διαφανείς διαδικασίες αλλά και κριτήρια επιχορήγησης. Τα σχετικά αποτελέσματα ανακοινώθηκαν και αναρτήθηκαν στο διαδίκτυο ώστε να είναι προσβάσιμα σε κάθε πολίτη. Όπου χρειάστηκε, συγκρουστήκαμε με κατεστημένες νοοτροπίες που έβλεπαν το Υπουργείο ως ένα απλό «κουμπαρά», αγνοώντας το πολιτικό κόστος. Και θέλω εδώ να πω ότι οι Υπηρεσίες του Υπουργείου στήριξαν ιδιαίτερα αυτή την προσπάθεια.

Παράλληλα, ξεδιπλώσαμε μια πολύ σημαντική σειρά πρωτοβουλιών –από το νέο νόμο για τον κινηματογράφο και νέα προγράμματα στήριξης της θεατρικής τέχνης, μέχρι το νέο πρόγραμμα στήριξης του χορού, τη νέα πολιτική για το βιβλίο και περιφερειακά προγράμματα πολιτισμού και τουρισμού όπως το εξαιρετικά επιτυχημένο «Θεσσαλονίκη-Σταυροδρόμι Πολιτισμών».

Σήμερα προχωρούμε ένα βήμα πιο πέρα:

Ερχόμαστε να παρουσιάσουμε μια ολοκληρωμένη πρόταση παρέμβασης στο πεδίο του σύγχρονου πολιτισμού.
Για την κατάρτιση αυτής της πρότασης δούλεψε μια ομάδα πολύ σημαντικών ανθρώπων, με βάση τους άξονες προβληματισμού που θέσαμε.

Μυρσίνη, Ντένη, Νίκο, Χρήστο, Γεράσιμε, Κωστή, Ζωή, θέλω να σας ευχαριστήσω και δημόσια που δουλέψατε μαζί μας, αμισθί, θέτοντας τη γνώση σας, την εμπειρία σας, το ταλέντο και τη φαντασία σας στην υπηρεσία αυτού του τόσο σημαντικού σκοπού. Είναι τιμή για έναν Υπουργείο να συνεργάζεται με ανθρώπους του πολιτισμού όπως εσείς.

Η πρόταση, την οποία θα σας παρουσιάσει σε λίγο αναλυτικά και η κυρία Καζαζάκη, αποσκοπεί στο να αποκαταστήσει τον τετραπλό ρόλο της Πολιτείας στον χώρο του σύγχρονου πολιτισμού ως προς:
• τη στρατηγική και τον σχεδιασμό
• τον προσδιορισμό ρόλων, αρμοδιοτήτων, ευθυνών και την πραγματοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών, όπου αυτό χρειάζεται.
• την χάραξη και άσκηση περιφερειακής πολιτικής
• την προώθηση και προβολή του στο εξωτερικό

Σε ό,τι αφορά τη στρατηγική και τον σχεδιασμό, ζητήσαμε από την ομάδα εργασίας να προτείνει καινούργιες δομές, ώστε να μπορούμε ως Υπουργείο να παράγουμε και να υλοποιούμε μια συνολική και συνεκτική πολιτική στο πεδίο του σύγχρονου πολιτισμού.

Αυτό είναι αναγκαίο αν θέλουμε να πετύχουμε σε βάθος χρόνου καλύτερη στοχοθεσία, καλύτερη κατανομή των πόρων και καλύτερη αξιοποίηση υποδομών και ανθρώπινου δυναμικού.

Σε ό,τι αφορά το ξαναμοίρασμα ρόλων, αρμοδιοτήτων και ευθυνών, το ζητούμενο για την επιτροπή ήταν πιο σύνθετο. Αφενός, της ζητήσαμε να μας προτείνει τρόπους ώστε να επαναπροσδιοριστεί η σχέση του Υπουργείου με τους εποπτευόμενους φορείς του. Αφετέρου, της ζητήσαμε προτάσεις για την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου που διέπει τη δομή και λειτουργία των ίδιων των φορέων. Παράλληλα, ζητήσαμε προτάσεις για τη θεσμική κατοχύρωση του «Μητρώου Πολιτιστικών Φορέων», το σημείο επαφής του ΥΠΠΟΤ με όλους τους ιδιωτικούς φορείς, αλλά και τη θεσμική κατοχύρωση και άλλων χρηματοδοτικών εργαλείων, που σήμερα απουσιάζουν.

Εδώ είναι προφανές ότι θέλουμε να ενισχύσουμε τη διαφάνεια, τη δυνατότητα αξιολόγησης και ελέγχου, τη λογοδοσία. Μόνο έτσι θα καταφέρουμε οι δημόσιοι πολιτιστικοί οργανισμοί να λειτουργούν καλύτερα, αλλά και τα χρήματα που πηγαίνουν σε επιχορηγούμενους φορείς να πιάνουν πραγματικά τόπο.

Σε ό,τι αφορά την περιφερειακή πολιτική, ζητήσαμε απ’ την επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη και τα νέα δεδομένα που δημιούργησε ο «Καλλικράτης», να καθορίσει τις αρχές βάσει των οποίων προσδιορίζονται οι σχέσεις της κεντρικής διοίκησης με την τοπική αυτοδιοίκηση στο πεδίο του πολιτισμού, των στόχων που τίθενται με αυτή την πολιτική, καθώς και του τρόπου με τον οποίο κατανέμονται οι αρμοδιότητες μεταξύ κέντρου και περιφέρειας.

Αυτές είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για να πετύχουμε την πολυπόθητη ισόρροπη ανάπτυξη και την αύξηση της προσβασιμότητας του πολίτη στον Πολιτισμό, σε όποια γωνιά της Ελλάδας κι αν βρίσκεται.

Τέλος, σε ό,τι αφορά την προώθηση και προβολή στο εξωτερικό, ζητήσαμε απ’ την επιτροπή να προτείνει τρόπους για την ενίσχυση της συμμετοχής των ελληνικών πολιτιστικών φορέων σε ευρωπαϊκά και διεθνή δίκτυα, αλλά και την ενίσχυση της κινητικότητας των Ελλήνων καλλιτεχνών εκτός συνόρων.
Φίλες και φίλοι,

Είναι προφανές ότι η πρόταση που παρουσιάζουμε σήμερα δεν είναι η απαρχή μιας πολιτικής στάσης ή διαδικασίας αλλά το επιστέγασμά της.

Αποτυπώνει το ρόλο που πιστεύουμε ότι πρέπει να έχει η Πολιτεία αλλά και όλοι εμείς που ασκούμε πολιτική: την ανάγκη για συνολικές παρεμβάσεις με συγκεκριμένα οφέλη για τον πολίτη.

Αποτυπώνει και αναδεικνύει τη φιλοσοφία με την οποία δουλέψαμε αυτά τα δυόμισι χρόνια στο ΥΠΠΟΤ.
Είναι μια πρόταση που θέλει να προαγάγει αξίες: τη διαφάνεια, την αξιοκρατία, τη δικαιοσύνη, τις ίσες ευκαιρίες, το σεβασμό στους θεσμούς, την καλύτερη συνεργασία μεταξύ των φορέων.

Είναι, προπαντός, μια πρόταση που φιλοδοξεί, με την υλοποίησή της, να απελευθερώσει τις αναπτυξιακές δυνατότητες ενός από τους πιο σημαντικούς τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής.
Θέλουμε μ’ αυτή την πρόταση να ανοίξει ένας ευρύς διάλογος στον καλλιτεχνικό χώρο αλλά και γενικότερα στην ελληνική κοινωνία σχετικά με τον Πολιτισμό και τη σχέση μας μαζί του –τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο.

Είναι καιρός η Τέχνη που μπορεί να μας προβληματίσει, να μας συγκινήσει, να μας κινητοποιήσει, να μας εκπροσωπήσει σ’ αυτή την πολύ δύσκολη εποχή, να έρθει στο προσκήνιο.

Κι η Πολιτεία να βρει τον τρόπο να τη στηρίξει και να δυναμώσει τη φωνή της Τέχνης, χωρίς όμως, μέσω της χρηματοδότησης, να τη φιμώσει ή να δημιουργήσει νοσηρές εξαρτήσεις.

Σας καλώ όλους να συμμετάσχετε ενεργά στον διάλογο που θα ανοίξει και δίνω αμέσως τον λόγο στην κυρία Καζαζάκη, Γενική Διευθύντρια Σύγχρονου Πολιτισμού του ΥΠΠΟΤ και μέλος της ομάδας εργασίας, για να σας μιλήσει αναλυτικά για την πρότασή μας.

Σας ευχαριστώ.

πρόταση πολιτιστικής πολιτικής

παρουσίαση