Πρέπει πρώτα να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Γιάννη που με προσκάλεσε να παρουσιάσω το βιβλίο του.

Άλλωστε μοιάζει να το έχω τάμα για κάθε βιβλίο που παρουσιάζω στην Αθήνα, να παρουσιάζω και ένα στη Ρόδο.

Την τελευταία φορά, είχα έρθει να παρουσιάσω το βιβλίο του Πέτρου Ιωαννίδη και πώς το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές του 2009.

Όταν μου μίλησε ο Γιάννης για το δικό του βιβλίο, ένα μυθιστόρημα για τον Τληπόλεμο, την Τροία,

τους ήρωες και τις ηρωίδες που πρωταγωνιστούν σ’ αυτή την αριστουργηματική ιστορία,

φαντάστηκα ότι θα ήταν μια πολύ καλή ευκαιρία να έρθω στη Ρόδο και να μιλήσω για κάτι διαφορετικό.

Όσο όμως βυθιζόμουν στα μεγάλα πάθη του έρωτα και της εξουσίας, της ίντριγκας και της πλεκτάνης

των ανθρώπων, των θεών και των ημίθεων που πρωταγωνιστούν, τόσο περισσότερο ένιωθα ότι βρίσκομαι

κάπου στη Χαριλάου Τρικούπη, κάπου στα τέλη της δεκαετίας του ’80.

Διότι αυτά που περιγράφει ο Γιάννης μπορεί να ήταν στην Τροία, αλλά κάπου νιώθεις ότι μερικά τα έχει ζήσει ο ίδιος.

Η ιστορία αφορά άνδρες, άνδρες που ερωτεύονται την εξουσία, άνδρες που ερωτεύονται γυναίκες,

γυναίκες με εξουσία, γυναίκες που ερωτεύονται την εξουσία που έχουν οι άνδρες τους οποίους ερωτεύονται.

Αφορά θεούς και ημίθεους αλλά και «ανεξάρτητες αρχές», όπως μοίρες, μάντεις και ερινύες.

Όλο το υλικό που χρειάζεσαι για να πλάσεις μύθους.

Και όλες αυτές τις σχέσεις μεταξύ τους τις οποίες μάθαμε να σχετίζουμε με τα έπη.

Αν ο Όμηρος διάλεξε τον Αχιλλέα, ο Γιάννη, ως Ροδίτης, ξεθάβει από την αφάνεια τον Τληπόλεμο

και τον βάζει στο μέσο της ιστορίας του.

Και έτσι δημιουργεί ένα πόνημα που τιμά τη Ρόδο, την ιστορία της και τους ανθρώπους της

Κυρίως, όμως αφορά την σχέση των ανθρώπων με την εξουσία.

Και τι είναι διατεθειμένοι να κάνουν για να την κατακτήσουν και να την διατηρήσουν.

Όπως και στην Ιλιάδα, στον Τληπόλεμο θα βρείτε κάθε σχέση ανθρώπινη που μπορεί κανείς να φανταστεί.

Πίσω όμως από κάθε σχέση, πίσω από κάθε έρωτα και κάθε συμμαχία βρίσκεται η απύθμενη διάθεση κάθε ανθρώπου

να διατηρεί κάποιου είδους ισχύ πάνω στον συνάνθρωπό του. Άμεσα ή έμμεσα.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι από τον Όμηρο μέχρι σήμερα οι άνθρωποι θεωρούσαμε ότι η εξουσία είναι κάτι που κατακτάς.

Και αφού το κατακτήσεις, το χαίρεσαι. Πήγα όμως λίγο απότομα στα βαθιά. Ας ξεκινήσω από τα βασικά.

Το βιβλίο είναι υπέροχο. Ο λυρικός λόγος, που αφήνει το ρήμα να κυλήσει στο τέλος κάθε πρότασης,

η υπέροχη ποιητική γραφή, που θυμίζει τη μετάφραση του Καζαντζάκη, το πλούσιο και ευφάνταστο λεξιλόγιο που,

με όμορφο τρόπο, «κλέβει» ο Γιάννης από την Ιλιάδα, σε κάνουν να νιώθεις ότι μπαίνεις αβίαστα σε έναν κόσμο απίστευτα γνώριμο,

όμως, από άλλη πόρτα.

Παρακολουθείς την Ιλιάδα μέσα από άλλα μάτια.

Όπως και ο Όμηρος δεν γράφει την Ιλιάδα ως ιστορική αναδρομή του ηρωισμού των Ελλήνων

αλλά ως εξιστόρηση του θυμού του Αχιλλέα.

Στην περίπτωση του Τληπόλεμου η Ιλιάδα γίνεται το σκηνικό για να ξετυλιχθεί το κουβάρι της σχέσης του με δυο γυναίκες:

Την αγάπη του για την Πολυξώ, την οποία παντρεύτηκε, την εμμονή του με την Ελένη την οποία διεκδίκησε και έχασε.

Και το βαρύ τίμημα, τον θάνατο, που πλήρωσε αφού την Ελένη τη διεκδίκησε όντας παντρεμένος με την Πολυξώ.

Ίσως αποκορύφωση του βιβλίου είναι ο διάλογος των δύο γυναικών όταν βρίσκονται στη Ρόδο και ανακαλούν την ιστορία τους και τις σχέσεις τους τόσο με τους άνδρες της ζωής τους όσο και με την εξουσία που αυτές οι σχέσεις τους προσέφεραν.

“Την φύση σου να μεταλλάξεις δεν ήταν δυνατόν Ελένη,

την προδοσία επιλέγεις,

για των δικών σου των σκοπών την εκπλήρωση.

Του έρωτα η απόλυτη ενσάρκωση ήμουν

η ιδέα, η έννοια και ο μύθος του σε μένα βρήκαν την τέλεια πραγμάτωσή τους,

στους άντρες το αίσθημα του έρωτα προκαλούσα,

την αφορμή και την αιτία τους προσέφερα,

του καλού και αγαθού στο σώμα και στην ψυχή γεννήτορες να γίνουν”.

Η αλήθεια είναι ότι το απολαυστικότερο μέρος του βιβλίου, αυτό που χάρηκα περισσότερο, είναι οι διάλογοι.

Διάλογοι μεταξύ του Τληπόλεμου και του Ιάσωνα, της Ελένης και της Πολυξούς, της Πολυξούς με τον Αντίνοο και την Πολυνίκη,

της Κασσάνδρας με τον Έλενο, του Τληπόλεμου με τον Πάτροκλο.

[Όσοι πρόσφατα είχατε την ευκαιρία να απολαύσετε το έργο Οι Δύο Πάπες θα εκτιμήσετε τις δεύτερες και τρίτες αναγνώσεις που κάθε διάλογος κρύβει]

“Τους δρόμους μας Τληπόλεμε οι μοίρες χάραξαν,

επιλογές δεν μας άφησαν,

την βούληση μας στο έρεβος των νόμων και των αρχόντων την διάθεση βαθιά την έθαψαν,

με χλαμύδα πορφυρή την τιμωρία τους και για τους δυο μας έντυσαν,

του Αχιλλέα ομοσκηνος εγώ να είμαι

και του νησιού θεοπροστάτευτου βασιλιάς εσύ.

 Στην πλάστιγγα που τους ανθρώπους μετρά οι αδυναμίες βαραίνουν,

η φύση η ανθρώπινη με τα κρίματα και τα λάθη της εξυψώνεται και την ύπαρξη της δικαιώνει,

τα λάθη τα λιγοστά των συνετών με απύθμενες χαράδρες φαντάζουν,

πληγές αγιάτρευτες πολλές φορές γίνονται,

το βάρος τους κυρτώνει τις πλάτες,

πιότερο σοφοί από τα λάθη τους αν γίνονται αυτό ακόμα δεν το ξέρω.

 Την σοφία και την αντρειοσύνη σου Θεοί και άνθρωποι αποδέχονται,

με ψηλές βουνοκορφές και βαθιές χαράδρες των μεγάλων αντρών οι πράξεις μοιάζουν”.

Οι διάλογοι είναι πράγματι υπέροχοι αλλά αυτό δεν μειώνει στο παραμικρό την αξία των γλαφυρών περιγραφών και διηγήσεων του βιβλίου.

Η θυσία της Ιφιγένειας σε καθηλώνει όπως καμία περιγραφή που έχω διαβάσει μέχρι σήμερα.

Το οικογενειακό τραπέζι των Τρώων βασιλιάδων σε κάνει να αναρωτηθείς αν όλοι μας κάπου ξέρουμε το μέλλον μας και δεν μπορούμε να το αποφύγουμε.

Η κόντρα του Ομήρου με τον Ησίοδο δίνει την ευκαιρία για τα σοφά, ίσως σοσιαλιστικά,  λόγια του Πανήδη:

Για το καλόπιασμα των αυτιών, πολλοί είναι αυτοί που την Ειρήνη όταν τους βολεύει με λόγια μεγάλα εξυμνούν,

όταν η στιγμή έρθει που σε κίνδυνο τα συμφέροντά τους μπαίνουν,

κανέναν δεν έχουν δισταγμό πολέμους και σφαγές να προκαλέσουν.

Ποτέ ο κόσμος δεν αποφασίζει,

ενάντιος και αμέτοχος είναι στην όποια για πόλεμο απόφαση,

την απόφαση οι Άρχοντες την παίρνουν

και οι λαοί σκοτώνονται”.

Αυτή η σχέση της εξουσίας, αυτών που την «χαίρονται» και αυτών που πρέπει να την υποστούν, τη βρίσκει κανείς διάχυτη σε όλο το βιβλίο σε βαθμό που αναρωτιέται κανείς αν ο Γιάννης τα έγραψε αυτά τα λόγια από γνώση ή από πείρα.

“Σε αντίθεση με σένα,

αποδεχόμενος αυτά που για την ζωή σου μου ομολόγησες,

στην φθαρτή και πρόσκαιρη ζωή μου όλες τις μορφές της ηδονής τις γνώρισα, έζησα και απόλαυσα,

αυτήν της εξουσίας,

του γυναικείου του κορμιού,

της αποδοχής και παραδοχής των ικανοτήτων μου,

της νίκης σε αγώνες,

τις νίκες σε μονομαχίες,

καμιά τους δεν έχει την ένταση και διάρκεια της ηδονής που η εξουσία προσφέρει,

την αίσθηση δημιουργεί και μεγενθύνει ότι το μόνο μέσο είναι και μοναδικό που στην θέωση οδηγεί.

Ή αλλού…

Τα ίδια και απαράλλακτα και σήμερα στους ανθρώπους όπου Γής συμβαίνουν,

το φάρμακο δεν βρέθηκε,

της εξουσίας τα κακά αγιάτρευτα παραμένουν,

φθείρει και διαφθείρει,

μετρητάρι του ήθους και της ανθρωπιάς, όλοι το ομολογούν και όλοι το ξέρουν,

στο στόχαστρο τους όμως πάντα περίοπτη κατέχει θέση και όλοι την κατάκτηση της εξουσίας επιζητούν”.

Τα διδάγματα του βιβλίου είναι δύσκολο να τα αποσυνδέσεις από την εμπειρία του Γιάννη με την πολιτική και σε όλο το βιβλίο νιώθεις ότι κάπου ο πρωταγωνιστής που μιλάει δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον Γιάννη που προσπαθεί να δαμάσει τους δαίμονες που στη ζωή του μάζεψε.

Και εδώ ερχόμαστε για μένα στο πιο ενδιαφέρον στοιχείο του βιβλίου.

Όλο εξελίσσεται στον Άδη. Λες και ο Γιάννης αυτόν τον κόσμο θέλει να σκοτώσει ή να τον αφήσει πίσω του.

Λες και πιστεύει ότι ήρθε η ώρα το είδος της εξουσίας που και εκείνος κατέκτησε και χάρηκε να τελειώνει.

Ενδιαφέρον. Το λέει για τον εαυτό του; Το λέει γενικά; Δεν είμαι σίγουρος. Αυτό που ξέρω όμως είναι ότι με το βιβλίο του

χτυπάει μια πολιτική φλέβα. Διότι μέσα από αυτήν τη διαδικασία αναδεικνύει με τρόπο δημιουργικό

κάτι που προσωπικά πιστεύω βαθιά.

Ότι αυτές οι ανθρώπινες σχέσεις είναι στα πρόθυρα να ανατραπούν ριζικά.

Όχι άμεσα. Αλλά ο σπόρος είναι ορατός. Τα βλαστάρια τα βλέπουμε σιγά σιγά να ανθίζουν.

Είναι ώρα να το αντιληφθούμε ότι μπροστά μας εξελίσσεται μια νέα μάχη. Μια μάχη διεθνούς εμβέλειας

όπως αυτή που ζήσαμε μεταξύ δυο οικονομικών συστημάτων.

Η νέα μάχη θα είναι μεταξύ δυο συστημάτων εξουσίας.

Από τη μια μεριά ο κόσμος της βαθιάς Συντήρησης

Ο κόσμος του Τραμπ και του Τζόνσον

Του Πούτιν και του Ερντογαν

Που μένουν με πάθος γαντζωμένοι πάνω σε ένα μοντέλο εξουσίας του χθες

Άνδρες λευκοί που διχάζουν σε «δικούς μας» και τους «άλλους»

Άνδρες που πιστεύουν ότι η ισχύς προέρχεται από τη φυσική δύναμη που επιδεικνύεις  και επιβάλλεις

και όχι από την πνευματική δεξιότητα που κατέχεις.

Άνδρες των οποίων ο εγωισμός ταυτίζεται άμεσα με την άσκηση εξουσίας

Άνδρες που κατέκτησαν την εξουσία και τώρα δικαίωμά τους είναι να την χαρούν.

Με όποιο κόστος για τις κοινωνίες τους. Από την άλλη ένας κόσμος Προόδου και Ανατροπής.

Όπου η εξουσία δεν καλείται να λύσει μόνη της προβλήματα

αλλά να δημιουργήσει κοινωνίες που συνεργάζονται για να τα λύσουν μαζί.

Εξουσία που δεν έχει όλες τις απαντήσεις αλλά που ακούει όλη την κοινωνία

και βρίσκει τις απαντήσεις όπου και αν αυτές βρίσκονται έτσι ώστε τις όποιες λύσεις να τις στηρίξουμε όλοι μαζί.

Εξουσίες όπου συμμετέχεις και συνδιαμορφώνεις το μέλλον που σου αξίζει

Δεν το παραδίδεις σαν λευκή επιταγή σε αυτόν που επιβάλλεται.

Από την Γκρέτα που έγινε η φωνή της γης για το περιβάλλον

Μέχρι τα πανίσχυρα λόμπυ των γυναικών που ανατρέπουν τη μάχη για το Δημοκρατικό Κόμμα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι νέες γυναίκες πρωθυπουργοί στη Νέα Ζηλανδία και τη Φινλανδία

Αλλά και ο Υπουργός Περιβάλλοντος στην Ιαπωνία που πήρε χρόνο από τη δουλειά

για να βοηθήσει να μεγαλώσει το νεογέννητο γιό του.

Όλοι τους δείχνουν μια σχέση με την εξουσία πιο ανθρώπινη πιο κοντά στις σύγχρονες κοινωνίες μας

πιο κοντά στη διάθεσή μας να είμαστε βασικοί συνδιαμορφωτές του μέλλοντός μας.

Όλα είναι σημάδια ότι το φύλο της εξουσίας αλλάζει

Και με το φύλο της αλλάζει και η φύση της.

Όπως και σε κάθε έπος η έκβαση της μάχης δεν είναι προβλέψιμη, η κάθε ομάδα έχει δυνατά όπλα στην κατοχή της

και στο τέλος ίσως βρούμε ένα σημείο επαφής μεταξύ τους.

Εγώ όμως ξέρω από ποια μεριά της μάχης θέλω να είμαι.

Είτε λοιπόν ο Γιάννης μιλά για τη δική του τη ζωή ειτε για τις ανθρώπινες σχέσεις γενικότερα,

ο Γιάννης οδηγεί στον Άδη το μοντέλο εξουσίας που αγάπησε και γυρίζει σελίδα.

Μακάρι να γυρίσει και ο κόσμος μαζί του.

Κλείνοντας λοιπόν θα πιαστώ από μια φρασούλα του βιβλίου που μου έφερε τον Γιάννη στο μυαλό.

“Πολλά στους ανθρώπους καταλογίζω ελαττώματα,

μεγάλο και άδικο ένα θεωρώ,

όσο κάποιος ζει καλή κουβέντα δεν του λένε,

όταν πεθάνει,

οι έπαινοι τότε για προτερήματα υπαρκτά ή ανύπαρκτα αφειδώς του χαρίζονται”.

Δε νομίζω ότι πέφτω πολύ έξω αλλά σαν προσωπικό παράπονο μού ακούστηκε.

Και δεν μου κάνει εντύπωση.

Όσοι κατά καιρούς ασχοληθήκαμε με τα κοινά, όλοι νιώθουμε ότι έχουμε κάνει πιο πολλά από όσα μας αναγνωρίζονται.

Για αυτό σας συνιστώ ανεπιφύλακτα να διαβάσετε το βιβλίο του Γιάννη.

Διότι αν για όποιον λόγο για τον Γιάννη καλή κουβέντα δεν είχατε

Το βιβλίο θα σας δώσει εξαιρετική ευκαιρία

Καλή κουβέντα να βρείτε.