Για τα Τυχερά Παίγνια (α΄ μέρος)
Για τα Τυχερά Παίγνια (β΄ μέρος)
Για τα Τυχερά Παίγνια (γ΄ μέρος)
Για τα Τυχερά Παίγνια (δ΄ μέρος)
Πρωτολογία στην επερώτηση προς τους Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού, Βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας σχετικά με τον έλεγχο και την φορολόγηση των διαδικτυακών τυχερών παιγνίων.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, χαίρομαι που παίρνω το λόγο μετά τον συνάδελφο, τον κ. Τζηκαλάγια, διότι ήσασταν ο μόνος που βάλατε μία διάσταση στην οποία θα ήθελα να δώσω έμφαση στην ομιλία μου και αυτή είναι αν θέλετε το κοινωνικό χρώμα, η κοινωνική διάσταση του θέματος που αναφέρουμε σήμερα. Χαίρομαι ιδιαίτερα το ότι μας δίνεται αυτή η ευκαιρία να φέρουμε αυτό το θέμα στη Βουλή, διότι οι διαστάσεις του προβλήματος που έχει δημιουργηθεί είναι πραγματικά τεράστιες.

Κάτω από άλλες συνθήκες, θα λέγαμε ότι η χρήση νέων τεχνολογιών για την καταπολέμηση ενός μονοπωλίου, θα μπορούσε να είχε πολύ θετικές διαστάσεις για την κοινωνία. Σήμερα, όμως, είμαστε εδώ για να συζητήσουμε για μία πρόοδο που έχει φέρει η κοινωνία, που δεν είναι θεμιτή και που βάζει σε ορατό κίνδυνο τόσο την ευνομούμενη πολιτεία, όσο και τους πολίτες της χώρας. Είναι ένας κίνδυνος, που θα χρειαστεί τη συμβολή όλων μας, για να μπορέσουμε να λύσουμε το πρόβλημα που έχει δημιουργήσει. Αλλά νομίζω, για να συζητήσουμε αυτό το θέμα διεξοδικά, πρέπει να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Είναι γνωστό ότι στη χώρα μας απαγορεύονται τα στοιχήματα, τα τυχερά παιχνίδια, ο λεγόμενος, δηλαδή, τζόγος. Κάθε παραβάτης που οργανώνει, διεξάγει και διαχειρίζεται στοιχήματα, έξω από το θεσμικό πλαίσιο που επιβάλλει το κράτος, τιμωρείται. Και αυτό γιατί η πολιτεία –και θα εξηγήσω γιατί- θεωρεί ότι σε λάθος χέρια αυτές οι δράσεις μπορούν να γίνουν επικίνδυνες. Εξαίρεση σε αυτήν την απαγόρευση αποτελεί το μονοπώλιο του ελληνικού δημοσίου. Το κράτος, δηλαδή, έχει επιφυλάξει για τον εαυτό του το δικαίωμα να μπορεί να διαχειρίζεται στοιχήματα μέσα σε ένα συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο έχει αποφασίσει η πολιτεία εδώ και χρόνια. Και πάλι, όχι μόνο στη χώρα μας, το δημόσιο επιλέγει είτε μέσω διαγωνισμού είτε μέσω απευθείας αναθέσεων, εκείνους οι οποίοι τρέχουν αυτές τις υπηρεσίες για το κράτος. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, ισχύει η βασική αρχή της γενικής απαγόρευσης.

Και εδώ να απαντήσω στον κ. Καράογλου, ότι δεν είναι μόνο ο ΟΠΑΠ, αυτός ο οποίος χειρίζεται τυχερά παιχνίδια στην Ελλάδα. Ο ΟΠΑΠ είναι ένας οργανισμός, Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου, Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, ιδρύθηκε το 1958, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες κεφαλαιοποιήσεως στην Ελλάδα. Στο μετοχικό κεφάλαιο του ΟΠΑΠ μετέχει το ελληνικό δημόσιο με 34%, με το 1/3 δηλαδή, με το οποίο του δίνει την ευκαιρία να ελέγχει αρκετές από τις διαδικασίες του οργανισμού. Αλλά δεν είναι μόνο ο ΟΠΑΠ, είναι και ο ΟΔΙΕ, ο Οργανισμός Διεξαγωγής Ιπποδρομιών, ο οποίος είναι επίσης Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου και ο οποίος κληρονομήθηκε στην παρούσα Κυβέρνηση με ένα τεράστιο έλλειμμα, ενώ σας τον είχαμε αφήσει με κέρδη.

Αν θέλετε, λοιπόν, να μιλήσουμε για διαφυγόντα κέρδη, κάποια στιγμή αξίζει να φέρετε και το θέμα του ΟΔΙΕ στη Βουλή, για να δείτε πώς η κακοδιαχείριση εκεί πέρα συνέβαλε σε αυτό το οποίο περιγράψατε στις ομιλίες σας, σαν οικονομική κρίση.

Υπάρχουν τα κρατικά λαχεία, τα οποία εποπτεύονται κατευθείαν από το Υπουργείο Οικονομικών και υπάρχουν και τα καζίνο, που είναι επιχειρήσεις και χερσαίες και εν πλω, οι οποίες διαχειρίζονται μορφές στοιχήματος. Όπως, μάλλον, θα γνωρίζετε, καζίνο υπάρχουν στην Ελλάδα εννέα και υπάρχουν και τα εν πλω καζίνο, ακόμα αυτά που βλέπουμε στα κρουαζιερόπλοια, τα οποία μπορούν να διεξάγουν στοιχήματα, αφότου βγουν εκτός χωρικών υδάτων.

Κανένας άλλος ιδιώτης δεν έχει τη δυνατότητα να διεξάγει στοιχήματα στην Ελλάδα. Το ερώτημα είναι γιατί; Γιατί σε μία εποχή που έχει γίνει αποδεκτό ότι ο περιορισμός των μονοπωλίων είναι θετικός για μια κοινωνία, γιατί επιμένουμε σαν πολιτεία και διατηρούμε το μονοπώλιο των στοιχημάτων; Οι λόγοι είναι δύο.

Ο κύριος λόγος είναι κοινωνικός και όχι οικονομικός, όπως υπαινίσσεται το ερώτημά σας. Στα χέρια ιδιωτών, τα παράνομα στοιχήματα από τα τυχερά παιχνίδια, μπορούν να γίνουν ανεξέλεγκτα. Γίνονται πηγές διαφθοράς, εγκλήματος, κερδοσκοπίας και εκμεταλλεύονται τον εθισμό ορισμένων συμπολιτών μας. Αντί να προστατεύεται ο καταναλωτής σε μία ελεύθερη αγορά στοιχημάτων, μένει έκθετος σε μικρά και μεγάλα συμφέροντα. Και δεν χρειάζεται κανείς να πάει μακριά, μία επίσκεψη στο Μοναστηράκι, αν δεί κάποιος έναν παπατζή, μπορεί εύκολα να καταλάβει πώς ένας ανυποψίαστος πολίτης μπορεί να γίνει βορά στα χέρια των επιτήδειων. Την ίδια ώρα, στα χέρια παράνομων κυκλωμάτων πέφτουν νέοι άνθρωποι, παιδιά, άνθρωποι με οικονομικές δυσκολίες, πολίτες εθισμένοι στον τζόγο.

Πρωτίστως, λοιπόν, μέλημα της πολιτείας είναι να εμπεδώσει την έννομη τάξη και να προστατεύσει τον καταναλωτή τέτοιων παιχνιδιών, τέτοιων στοιχημάτων. Δευτερευόντως, και βεβαίως αυτό δεν είναι ευκαταφρόνητο, η πολιτεία κερδίζει πολλά χρήματα από τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται το δικαίωμά της και αυτό είναι αυτό το οποίο αναφέρατε και εσείς στην ερώτησή σας. Έσοδα από μερίσματα, από φόρους το ελληνικό δημόσιο κερδίζει πολλά και σημαντικά ποσά από το στοίχημα, από αυτού του είδους τα παιχνίδια, ποσά τα οποία του επιτρέπουν να κάνει πολύ σημαντικές παρεμβάσεις και στο χώρο του πολιτισμού, και στο χώρο του αθλητισμού και της υγείας και της εκπαίδευσης.

Ειδικά στην περίπτωση του ΟΠΑΠ, ένα αρκετά μεγάλο κονδύλι, έρχεται να στηρίξει την πολιτική της πολιτείας και αυτό το κονδύλι είναι οι χορηγίες κοινωνικής ευθύνής που παρέχει ο ΟΠΑΠ στον πολιτισμό και στον αθλητισμό. Και λέω, αυτό είναι ένα εν δυνάμει εργαλείο, και λέω εν δυνάμει εργαλείο γιατί μέχρι σήμερα όλα αυτά τα ποσά, οι φόροι, οι χορηγίες, οι επιχορηγήσεις, ακόμα και οι διαφημίσεις του ΟΠΑΠ, δεν είχαν καμμία στρατηγική στόχευση. Υπηρετούσαν μικρά κομματικά, προσωπικά συμφέροντα, ρουσφέτια θα λέγαμε δηλαδή, και αν πάρει κάποιος τη λίστα των επιχορηγούμενων, θα δει ότι πολλές φορές αυτά τα κονδύλια πήγαιναν σε λάθος χέρια. Δεν λέω ότι πήγαιναν πάντα στα λάθος χέρια, αυτό το οποίο λέω είναι ότι πήγαιναν χωρίς οποιαδήποτε στρατηγική στόχευση.

Το ποσοστό, λοιπόν, που ανήκει στο κράτος, το 1/3, δίνει το δικαίωμα στο κράτος να ελέγξει τον ΟΠΑΠ, να ελέγξει –τουλάχιστον- κάποιες αποφάσεις του. Μέσα απ’ αυτόν τον έλεγχο την τελευταία δεκαετία, το ελληνικό δημόσιο έχει εισπράξει από τον ΟΠΑΠ περίπου 1,8 δισεκατομμύρια σε φόρους, περίπου 1,8 δισεκατομμύρια σε μερίσματα, μισό δισεκατομμύριο σε άλλους φόρους από τις δραστηριότητές του, περίπου 300.000.000 σε χορηγίες και περίπου 165.000.000 ευρώ σε δωρεές.

Η διαφήμιση του ΟΠΑΠ την τελευταία δεκαετία έχει ανέλθει σε περίπου 270.000.000 ευρώ. Συνολικά δηλαδή το ελληνικό δημόσιο, η ελληνική κοινωνία, τα τελευταία δέκα χρόνια εισέπραξε από τον ΟΠΑΠ γύρω στα 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Το λέω αυτό, διότι και οι εκτιμήσεις του ΟΠΑΠ και οι δικές μας είναι ότι τα 5.000.000.000 στα οποία αναφέρεστε, είναι ένα ποσό μάλλον πληθωρισμένο.

Στην πραγματικότητα υπολογίζει ο ΟΠΑΠ τουλάχιστον, ότι τα ποσά αυτά του παράνομου τζόγου αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, είναι γύρω στα 2.000.000.000 και ως προς τα ποσά που έχει εισπράξει το ελληνικό δημόσιο την τελευταία δεκαετία -που δεν είχαμε τόσο μεγάλη έξαρση αυτών των φαινομένων- μάλλον προς τα εκεί είναι τα σωστά νούμερα. Αυτό, όμως, βεβαίως είναι πάρα πολύ δύσκολο να το αποτυπώσει κάποιος, εφόσον δεν είναι εύκολο να παρακολουθήσει τι γίνεται μέσα από το διαδίκτυο.

Αυτό το οποίο έχει κάνει η πολιτεία και ο ΟΠΑΠ μαζί τον τελευταίο καιρό, είναι ότι έχει ελέγξει αρκετά επισταμένα αυτό το οποίο λέμε «παιχνίδια με φυσική παρουσία». Το θεσμικό πλαίσιο δηλαδή το οποίο υπάρχει αυτή τη στιγμή, δημιουργεί μία διασφάλιση για το ελληνικό δημόσιο, ότι τα «παιχνίδια με φυσική παρουσία» βρίσκονται αυτή τη στιγμή στο ελάχιστο. Και εκεί έχει γίνει μία σοβαρή δουλειά, ώστε να περιοριστούν στο μεγαλύτερο δυνατό σημείο.

Η Επιτροπή Αντιμετώπισης του Παράνομου και Αντικανονικού Στοιχήματος του ΟΠΑΠ στελεχώνεται σήμερα με ανώτατα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας και τις Υπηρεσίες Ειδικών Ελέγχων του Υπουργείου Οικονομικών με νομικούς και έχει την υλικοτεχνική υποδομή για να κάνει το έργο που έχει καλεστεί να κάνει. Πρόσφατα μάλιστα απέτρεψε την εγκατάσταση στην Ελλάδα της «STANLEYBET», η οποία είχε προσπαθήσει να εδραιωθεί στην Αθήνα και στην Καλαμαριά στη Θεσσαλονίκη.

Τα τελευταία, όμως, χρόνια έχει εμφανιστεί αυτό το νέο είδος παράνομου στοιχήματος, το οποίο περιγράφεται στην ερώτησή σας και το οποίο δημιουργεί ένα καινούργιο πλαίσιο στο οποίο πρέπει να ανταπεξέλθει και η ελληνική πολιτεία και ο ΟΠΑΠ. Η επίθεση, λοιπόν, στο σημερινό θεσμικό πλαίσιο έρχεται από το διαδίκτυο και δεν αφορά μόνο τον ΟΠΑΠ, αλλά όλες τις άλλες μορφές στοιχήματος στη χώρα μας. Αν δείτε, ας πούμε, πολλά από τα στοιχήματα που μπορεί να βάλει κανείς μέσα από τον ηλεκτρονικό τζόγο, είναι εφάμιλλα του καζίνο και όχι του ΟΠΑΠ.

Σήμερα, μέσω του διαδικτύου, ένας Έλληνας πολίτης έχει τη δυνατότητα να επισκεφθεί ένα διαδικτυακό τόπο, να στοιχηματίσει σε κάθε μέρος του κόσμου για οποιαδήποτε δράση, χωρίς να υφίσταται κανένας έλεγχος, χρησιμοποιώντας μόνο την πιστωτική του κάρτα. Και εδώ θέλω να σταθώ λίγο. Δεν είναι τίποτε άλλο ο ηλεκτρονικός τζόγος, αν θέλετε μοιάζει πάρα πολύ μ’ αυτό το οποίο είχαμε να αντιμετωπίσουμε μέχρι σήμερα σε όλες τις άλλες μορφές του παράνομου στοιχήματος. Και λέω μοιάζει, διότι το διαδικτυακό στοίχημα μπορεί να έκανε ηλεκτρονικό το παράνομο στοίχημα, αλλά έκανε και κάτι ακόμη χειρότερο, το έβαλε μέσα στην καθημερινότητα των σπιτιών μας. Δηλαδή, εκεί που κάποτε στο σπίτι μας ερχόταν το παράνομο στοίχημα μια φορά το χρόνο, τώρα έρχεται κάθε πρωί.

Υπάρχει, λοιπόν, μία σειρά στοιχηματικών γεγονότων σε διάφορα κράτη, σε διάφορα αθλήματα με συγκεκριμένες αποδόσεις για κάθε επιλογή, για κάθε όρεξη. Η επιλογή στοιχηματικών γεγονότων γίνεται από τον παίχτη σε ένα ή περισσότερα στοιχηματικά γεγονότα με χρέωση του λογαριασμού της πιστωτικής του κάρτας. Σε περίπτωση, βεβαίως, που κάνει λάθος, βάλλει λάθος στοίχημα, αυτά τα λεφτά τα χάνει. Σε περίπτωση, όμως, που είναι ορθή η επιλογή του και κερδίσει τα λεφτά, η εταιρεία στοιχηματισμού πιστώνει το λογαριασμό της πιστωτικής του κάρτας. Και αυτή μένει πάνω στην κάρτα του, έως ότου εκείνος ζητήσει να το πάρει πίσω, αλλιώς συνεχίζει και το παίζει.

Και έτσι απλά, χωρίς καμμία δυσκολία, ο χρήστης επισυνάπτει μία σχέση με την εταιρεία ηλεκτρονικού στοιχήματος, από την οποία δύσκολα βγαίνει και από την οποία η δυνατότητα της κρατικής εποπτείας και παρέμβασης, είναι εξόχως περιορισμένη. Αυτή η σχέση εξάρτησης –αν θέλετε- του χρήστη με την εταιρεία, προφανώς δημιουργεί τις απώλειες στα έσοδα του δημοσίου, που περιγράψατε.

Αυτό, όμως, έρχεται με μία σειρά από κινδύνους. Ο πρώτος κίνδυνος είναι ο κίνδυνος που έρχεται από την ευκολία της πρόσβασης. Ο χρήστης δεν χρειάζεται να βγει από το σπίτι του για να στοιχηματίσει. Κάποτε περπατούσε μέχρι το πρακτορείο του ΟΠΑΠ ή πήγαινε σε ένα καζίνο ή στον ιππόδρομο. Σήμερα, από το σπίτι του μπορεί να κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα.

Ο δεύτερος κίνδυνος είναι η δυσκολία ταυτοποίησης των στοιχείων του χρήστη για την εταιρεία, δηλαδή ακόμη και οι εταιρείες, οι οποίες θέλουν να ταυτοποιήσουν τα στοιχεία, δεν μπορούν να ταυτοποιήσουν τα στοιχεία ενός ανήλικου, εάν αυτός ο ανήλικος χρησιμοποιεί την κάρτα ενός τρίτου.

Και ο τρίτος κίνδυνος, βέβαια, έρχεται από την κερδοφορία της εταιρείας. Διότι -όπως είπατε και όπως είπαν και κάποιοι από εσάς- τα έξοδα στις λειτουργικές δαπάνες υποδομής, όπως τα πρακτορεία, οι εταιρείες, μπορούν να περάσουν περισσότερα κέρδη στους χρήστες, διότι δεν έχουν ακριβώς αυτά τα έξοδα λειτουργίας. Και αυτό, βεβαίως, αυξάνει τον κίνδυνο εθισμού.

Ο χειρότερος, όμως, ίσως κίνδυνος αυτής της πρακτικής, είναι ο υπερδανεισμός στον οποίο μπορεί να μπει ο χρήστης, εάν εθιστεί και συνεχίσει να πιστώνει την πιστωτική του κάρτα. Η ευκολία χρέωσης της πιστωτικής κάρτας, σημαίνει γρήγορο και εύκολο δανεισμό, δανεισμό τον οποίο δεν μπορεί να παρακολουθεί αναγκαστικά ο χρήστης. Χωρίς τις κοινωνικές αντιστάσεις που υπήρχαν στο παρελθόν, χωρίς τους οικονομικούς περιορισμούς, ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να υπερχρεώσει το νοικοκυριό του.

Είναι εντυπωσιακό πως αυτό το είδος δανεισμού και τζόγου -ειδικά σε μία δύσκολη περίοδο για τη χώρα και για το ελληνικό νοικοκυριό- έχει θέσει νέους κοινωνικούς κινδύνους, κοινωνικά προβλήματα, πολλές φορές προσωπικά δράματα. Και μόνο αυτός ο λόγος είναι επαρκής, για να πάρει την απόφαση η πολιτεία να κάνει ό,τι μπορεί για να σταματήσει τον παράνομο τζόγο και τη διαφήμισή του.

Επιμένω σε αυτήν την κοινωνική παράμετρο του παράνομου στοιχήματος, για να εξηγήσω γιατί δεν είναι μόνο θέμα του ΟΠΑΠ, αλλά και της συντεταγμένης πολιτείας να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να περιορίσουμε και κατά προτίμηση να βάλουμε τέλος σ’ αυτό το φαινόμενο. Είναι θέμα που μας αφορά όλους και κάτι στο οποίο οφείλουμε να συνεργαστούμε. Από τη μεριά μας πάντως, είμαστε απολύτως αποφασισμένοι, να χρησιμοποιήσουμε κάθε νομικό μέσο το οποίο θα σταματήσει τη διάδοση αυτής της πρακτικής.

Για την απώλεια εσόδων για το κράτος όλοι μίλησαν. Θέλω απλώς να επαναλάβω, ότι δεν είναι μόνο από τους φόρους, τους οποίους περιγράψανε. Είναι και από τα μερίσματα τα οποία ο ΟΠΑΠ πληρώνει στο ελληνικό δημόσιο, είναι και τα χρήματα τα οποία χάνει ο ΟΠΑΠ από τη δυνατότητα του να χορηγήσει εποπτευόμενους φορείς.

Για όλους αυτούς τους λόγους, λοιπόν, το ελληνικό δημόσιο έχει ξεκινήσει τώρα -έστω και αργά- την αντεπίθεσή του σ’ αυτό το φαινόμενο. Σήμερα, αποτελεί πια προτεραιότητα της Κυβέρνησης, να χτυπήσει τον παράνομο τζόγο και έχει ενισχύσει τη θέση των ειδικών παροχών στοιχήματος και παιχνιδιών, για να πατάξει τη φοροδιαφυγή. Σε αυτήν τη μάχη έχει ενταχθεί επίσης και η δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος και θα συνεργαστούμε με κάθε ευκαιρία που μπορεί να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση.

Σ’ αυτό το πλαίσιο που εξέθεσα, κινήθηκε και η πρόσφατη συνάντηση μου με τον Υπουργό των Οικονομικών. Και ένας από τους λόγους που δεν είναι εδώ σήμερα, είναι διότι βρισκόμαστε σε απόλυτο συντονισμό, έτσι ώστε να φέρουμε το καλύτερο δυνατό νομοσχέδιο, το καλύτερο δυνατό πλαίσιο, για να περιορίσουμε αυτά τα φαινόμενα.

Συγκεκριμένα, επεξεργαζόμαστε μεθόδους και σειρά μέτρων αποτελεσματικής ρύθμισης και εποπτείας του συγκεκριμένου τομέα. Παρακολουθούμε στενά τις προσπάθειες της Γαλλίας –στις οποίες αναφέρθηκε ο κ. Κουκοδήμος- όπως επίσης και του Βελγίου, της Ιταλίας και της Δανίας. Αυτά τα προβλήματα είναι καινούργια προβλήματα, είναι διεθνή προβλήματα και έχουμε κάθε λόγο να παρακολουθήσουμε πολύ στενά αυτό το οποίο κάνουν άλλες χώρες -ειδικά οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης- για να δημιουργήσουμε το πλαίσιο, το οποίο θεωρούμε καλύτερο για την Ελλάδα.

Εδώ να πω ότι συμφωνώ απολύτως ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχει γίνει μεγάλη πρόοδος προς αυτή την κατεύθυνση, κυρίως διότι ήταν οι πρώτοι οι οποίοι έπρεπε να το αντιμετωπίσουν και πήρε πολύ χρόνο μέχρι να καταλάβουν όλες τις διαστάσεις του προβλήματος, αλλά και επειδή είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο πρόβλημα, το οποίο δεν μπορεί εύκολα να περιοριστεί.

Δυστυχώς σήμερα, το νομικό πλαίσιο περιορίζει τις δυνατότητές μας, ειδικά σε ό,τι αφορά τη διαφήμιση και την προώθηση των παιγνίων μέσω του διαδικτύου, όπου η κείμενη νομοθεσία δεν προβλέπει τη δυνατότητα επιβολής της φραγής σε διαδικτυακούς τόπους, στους οποίους γίνεται διαφήμιση παράνομου στοιχήματος.

Έτσι, το μεγαλύτερο βάρος για τον περιορισμό της διαφήμισης, πέφτει στον ΟΠΑΠ. Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο έχει επιβάλλει ρητά, τόσο στις χορηγούμενες ενώσεις, όσο και σε αυτοτελώς χορηγούμενα αθλητικά σωματεία, τη συμβατική υποχρέωση να μην επιτρέπουν τη διαφήμιση προβολής στα στάδια εταιρειών, οι οποίες προσφέρουν παράνομο στοίχημα μέσω του διαδικτύου στην Ελλάδα. Βρισκόμαστε σε συνεχή επικοινωνία με την ηγεσία του ΟΠΑΠ για να συνεχισθούν και να εντατικοποιηθούν αυτές οι προσπάθειες.

Επίσης ο ΟΠΑΠ διαπραγματεύεται συνεχώς με τα μέσα, τα οποία προβάλλουν διαφήμιση τέτοιων εταιρειών. Δηλαδή, χρησιμοποιεί τη δική του διαφημιστική δύναμη για να διοχετεύσει τη στοιχηματική δραστηριότητα σε νόμιμο καθεστώς και να περιορίσει τη διαφήμιση των άλλων εταιρειών. Και έχει καταφέρει αυτό το πράγμα σε ένα βαθμό.

Κλείνοντας, θέλω να σας ενημερώσω για τις δράσεις της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, στις οποίες αναφερθήκατε. Μέχρι σήμερα, η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, όχι μόνο δεν προσπάθησε να ελέγξει τη διαφήμιση παράνομου στοιχήματος στους επιχορηγούμενους φορείς, αλλά δεν ήλεγχε καν τους επιχορηγούμενους φορείς. Πολύ συχνά βλέπαμε τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού να επιχορηγεί φορείς, οι οποίοι είχαν μέσα σωματεία-σφραγίδες, έπαιρναν «μαύρα» χρήματα, είχαν άλλες πηγές χρηματοδότησης, πολλές φορές παράνομες. Η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού δεν είχε καμμία διαδικασία, μέσα από την οποία να ελέγχει τους φορείς, τους οποίους χρηματοδοτούσε.

Από την πρώτη ημέρα που αναλάβαμε, είπαμε ότι αυτό το καθεστώς θα το αλλάξουμε και στη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, αλλά και στη Γενική Γραμματεία Πολιτισμού που βρήκαμε το αντίστοιχο καθεστώς, δηλαδή οι χορηγήσεις γινόντουσαν χωρίς καμμία διαδικασία αξιολόγησης των φορέων τους οποίους χρηματοδοτούσαμε.

Σήμερα, για να χρηματοδοτήσουμε κάποιον τέτοιον φορέα, αυτός ο φορέας θα οφείλει να μπαίνει στο Μητρώο Επιχορηγούμενων Φορέων, ένα μητρώο το οποίο είναι σχεδόν έτοιμο και πολύ σύντομα θα το βάλουμε σε λειτουργία. Αυτό το Μητρώο θα έχει αυστηρά κριτήρια, με τα οποία θα εντάσσεται ένας οργανισμός εκεί. Δηλαδή, ένας οργανισμός θα πρέπει να προσκομίζει μια σειρά από στοιχεία, μεταξύ των οποίων την ασφαλιστική και φορολογική του ενημερότητα, να περιγράφει το ιστορικό των δράσεων που έχει κάνει μέχρι τώρα και πώς αυτές είχαν ανταποδοτικό όφελος στο κοινωνικό σύνολο, να περιγράφει τη δράση για την οποία θέλει να επιχορηγηθεί, να καταθέτει τον προϋπολογισμό και να επιβάλει αναλυτικό απολογισμό – ώστε να ξέρουμε αν χρησιμοποίησε τα χρήματα για τους λόγους για τους οποίους τα πήρε- και βέβαια να μας λέει όλες τις άλλες πηγές χρηματοδότησής του.

Δεν μπορεί το ελληνικό κράτος να χρηματοδοτεί φορείς που παίρνουν άλλες παράνομες χρηματοδοτήσεις ή κάνουν παράνομη χρήση των χρημάτων που τους δίνουμε. Αυτό επιβάλλει η στοιχειώδης ευθύνη απέναντι στον Έλληνα πολίτη.

Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτό του Μητρώου των Επιχορηγούμενων Φορέων και στον αθλητισμό και στον πολιτισμό, σκοπεύουμε να μην επιχορηγείται από το κράτος, είτε άμεσα είτε έμμεσα, κανένας φορέας που διαφημίζει με οποιονδήποτε τρόπο εταιρείες ηλεκτρονικού στοιχήματος ή άλλες παράνομες δράσεις. Είναι προφανές ότι ένα τέτοιο έγκλημα, με μια τέτοια δράση, που είναι καινούργια στη χώρα μας, δεν μπορεί να περιοριστεί με το υπάρχον εθνικό πλαίσιο, από τη μία μέρα στην άλλη.

Εάν έχω ένα λεπτό, κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να πω το εξής. Πολλές από τις ομιλίες σας εξέφρασαν την αίσθηση του κατ’ επείγοντος γι’ αυτό το θέμα και έχετε απόλυτο δίκιο. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, το ελληνικό δημόσιο χάνει έσοδα απ’ αυτή τη δράση.

Νομίζω, όμως, ότι είναι ειρωνικό να συζητούμε για το ποιες θα έπρεπε να είναι οι προτεραιότητες του Υπουργείου Οικονομικών, όταν ξέρετε πάρα πολύ καλά την κατάσταση την οποία κληρονόμησε και αυτά τα οποία έπρεπε να φέρει στο τραπέζι. Τα νομοσχέδια που έχει φέρει το Υπουργείο Οικονομικών, πιστεύω ότι βάζουν τις σωστές προτεραιότητες για την ελληνική οικονομία.

Βεβαίως η απώλεια αυτών των εσόδων είναι πάρα πολύ σημαντική και θα φέρουμε σύντομα ένα νομοσχέδιο, το οποίο θα προσπαθήσει να βάλει τάξη σ’ αυτή την κατάσταση. Απλά, δεν θα είναι το συγκεκριμένο φορολογικό νομοσχέδιο, θα είναι ένα καινούργιο νομοσχέδιο που διέπει όλα τα τυχερά παιχνίδια.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Δευτερολογία στην επερώτηση προς τους Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού, Βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας σχετικά με τον έλεγχο και την φορολόγηση των διαδικτυακών τυχερών παιγνίων.

Κυρία Πρόεδρε, κύριοι συνάδελφοι, είναι η πρώτη φορά που λαμβάνω μέρος σε μία τέτοια κοινοβουλευτική διαδικασία και πρέπει να πω ότι είχα την ελπίδα ότι θα αντιμετώπιζα ένα διάλογο. Κρίμα, διότι αυτό το οποίο κατάλαβα είναι ότι κάναμε μια σειρά από δικούς μας μονολόγους για τα θέματα τα οποία ο καθένας είχε στο μυαλό του, αλλά ποτέ δεν καταφέραμε να ανταλλάξουμε απόψεις.

Θα ήταν πολύ εύκολο για μένα να έρθω εδώ με μία διάθεση παρελθοντολογίας, γιατί εκ των πραγμάτων το θεσμικό πλαίσιο, το οποίο σήμερα κατηγορείτε ότι κατασπαταλεί όλα αυτά τα έσοδα, που θα μπορούσε να φέρει ο παράνομος τζόγος στο ελληνικό δημόσιο, είναι ένα θεσμικό πλαίσιο που υπήρχε και πριν πέντε μήνες. Δηλαδή, κατηγορείτε ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο δεν αλλάξατε ποτέ.

Μα, αν αυτό ήταν το νόημα της συζήτησής μας σήμερα, δεν θα καθόμουν να κάνω όλη αυτή την επισταμένη ανάλυση για το πώς το κοινωνικό πρόβλημα υπάρχει μέσα από τον ηλεκτρονικό τζόγο. Είναι αμαρτία στο χρόνο που χάσατε και εσείς και εγώ. Εκεί είναι η ουσία του προβλήματος. Βεβαίως, χάνουμε χρήματα κάθε μέρα, αλλά δεν είναι αυτός ο πραγματικά μεγάλος κίνδυνος που έχει κοινωνικά ο ηλεκτρονικός τζόγος σήμερα στην Ελλάδα.

Επιμένω σε κάτι άλλο που σας είπα πριν. Δεν είναι δυνατόν από τη λειτουργία του ΟΠΑΠ δέκα χρόνια σε καθεστώς -ουσιαστικά- μονοπωλίου το ελληνικό δημόσιο να έχει βγάλει 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ και εμείς μέσα σε τέσσερις μήνες διακυβέρνησης να κατηγορούμαστε ότι χάσαμε 2 δισεκατομμύρια ευρώ. Πώς είναι, δυνατόν, δηλαδή; Δέκα χρόνια λειτουργίας του ΟΠΑΠ και κατάφερε το ελληνικό δημόσιο, σε καθεστώς μονοπωλίου, να πάρει 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ έσοδα, φορολογία, μερίσματα κ.ο.κ., και εσείς να μας λέτε σήμερα ότι χάσαμε 2 δισεκατομμύρια ευρώ. Δεν είναι αυτά τα νούμερα.

Όχι είναι πολύ λιγότερο. Δύο δισεκατομμύρια και αν, είναι ο τζίρος όλος και όλος. Και πόσοι λιγότεροι είναι, ενδεχομένως, οι φόροι που θα μπορούσαμε να εισπράξουμε, εάν το θεσμικό πλαίσιο μπορούσε να πιάσει όλες τις περιπτώσεις παράνομου τζόγου. Όπως καταλαβαίνετε, είναι εξαιρετικά δύσκολο κάτω από τις παρούσες συνθήκες.

Τελικά, θα μπορούσαμε άνετα να καθόμαστε να μιλάμε εδώ για το αν τα χρήματα τα οποία είχε ο ΟΠΑΠ και μπορούσε να διαθέσει για χορηγίες και δωρεές, έγιναν σωστά. Μα, κλαίτε για τα χρήματα, τα οποία λέτε ότι σήμερα χάνονται και δεν ασκήσατε ποτέ έλεγχο στον ίδιο τον ΟΠΑΠ, για να δείτε πού πήγαιναν τα χρήματα που δίνατε.

Σε ό,τι αφορά τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, νομίζω ότι σας εξήγησα πάρα πολύ καθαρά τι γινόταν. Δεν υπάρχει κανένας έλεγχος στα σωματεία και στις ομοσπονδίες, τις οποίες επιχορηγούμε, ούτε σαν Γενική Γραμματεία Αθλητισμού ούτε μέσω του ΟΠΑΠ. Αντίθετα, είναι απόλυτα ανεξέλεγκτη η κατάσταση και κάποιος πρέπει να βάλει τέρμα.

Βάζουμε τέρμα, δημιουργώντας το Μητρώο των Επιχορηγούμενων Φορέων. Είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό, είναι ένα πολύ μεγάλο βήμα και το κάνουμε όχι μόνο στους αθλητικούς συλλόγους αλλά και στον πολιτισμό, που είχαμε αυτό ακριβώς το πρόβλημα. Δηλαδή, επιχορηγούσε ο εκάστοτε Υπουργός, ανάλογα με τις δικές του προτιμήσεις, όχι ανάλογα μ’ αυτό το οποίο χρειαζόταν η πολιτεία ή ανάλογα με αυτούς οι οποίοι παρείχαν υπηρεσίες ποιότητας προς τον πολίτη.

Σήμερα, λοιπόν, έχουμε ένα θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο υπήρχαν διάφορες δυνατότητες ελέγχου του παράνομου τζόγου. Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιγνίων, του Υπουργείου Οικονομικών, δημιουργήθηκε το 2004 και θα μπορούσε να έχει αποφασιστικό ρόλο, όμως, δεν μπήκε ποτέ εν ενεργεία. Αυτή τη στιγμή βρίσκεται χωρίς υπαλλήλους και χωρίς πραγματικά τη δυνατότητα να ελέγξει αυτή την κατάσταση.

Επίσης, η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων η οποία μπορεί, σε ένα βαθμό, να εποπτεύει ηλεκτρονικές δραστηριότητες, αλλά τίποτε παραπάνω από τα λεγόμενα «domain names», που καταλήγουν σε «gr». Δεν μπορεί, ουσιαστικά, να κάνει κάποια κίνηση ενάντια στις παράνομες εταιρείες.

Σας είπα και πριν ότι βασικός στόχος της Κυβέρνησης είναι η συνολική αναβάθμιση του ΟΠΑΠ, αλλά και των άλλων εταιρειών, οι οποίες για λογαριασμό της πολιτείας ασκούν τέτοιου είδους δραστηριότητες. Λέω αναβάθμιση του ΟΠΑΠ, γιατί αυτό μπορεί να γίνει. Ένα θεσμικό πλαίσιο, το οποίο ελέγχει τον παράνομο τζόγο, μπορεί να αναβαθμίσει τον ΟΠΑΠ. Υπάρχουν και άλλοι τρόποι με τους οποίους μπορούμε να το κάνουμε και όλοι αυτοί οι τρόποι είναι μέσα στο πλαίσιο, το οποίο συζητούμε για το νομοσχέδιο, που θα φέρουμε για τα τυχερά παιχνίδια.

Σημειώστε, όμως, επίσης, ότι με την ίδια λογική που βάζουμε ένα πλαίσιο για διαφανείς διαδικασίες στη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού και στη Γενική Γραμματεία Πολιτισμού και στον ΟΠΑΠ, μπορούμε να βάλουμε μία διαδικασία μέσα από την οποία οι επιχορηγήσεις του ΟΠΑΠ θα πηγαίνουν σε γενικότερους στόχους της πολιτείας, έτσι ώστε να εξασφαλίζουμε ότι δεν θα είναι χρηματοδοτήσεις που θα γίνονται ως προσωπικά ρουσφέτια.

Εδώ, να απαντήσω και στον κ. Βορίδη και πρέπει να σας πω ότι συμφωνώ μαζί του. Καταλαβαίνω απολύτως αυτό που λέει για τον ιππόδρομο. Είναι πραγματικά αξιολύπητη η κατάσταση ότι στην Ελλάδα βρίσκεται ο μόνος ιππόδρομος στην Ευρώπη, ο οποίος χάνει λεφτά. Μα, πώς είναι δυνατόν; Είναι εντυπωσιακό αυτό από κάθε άποψη. Δηλαδή, έχουμε το μονοπώλιο, το χειριζόμαστε και το ελέγχουμε, γιατί μπορεί να γίνει πάρα πολύ επιζήμιο κοινωνικά, και την ίδια ώρα δεν καταφέρνουμε να το ελέγξουμε ούτε καν για τις προσλήψεις, τις οποίες κάνει και τα λεφτά τα οποία χάνει.

Εδώ, λοιπόν, έχουμε το εξής ενδιαφέρον. Ότι η αναβάθμιση του ΟΠΑΠ, η αναβάθμιση όλων των τυχερών παιχνιδιών και το θεσμικό πλαίσιο οδηγούν σε τάξη. Και η τάξη οδηγεί και στον έλεγχο και στην πάταξη των φαινομένων που βλέπουμε. Αυτό σημαίνει και αύξηση εσόδων. Εδώ είναι μία κατάσταση στην οποία η αναβάθμιση του ελληνικού μονοπωλίου είναι και κοινωνικά πρόσφορη και κοινωνικά υπεύθυνη.

Ποτέ, λοιπόν, δεν είχαμε λόγο περισσότερο από τώρα, να συμφωνήσουμε όλοι μαζί, ότι εδώ πραγματικά αξίζει μία κοινή προσπάθεια, για να καταφέρουμε αυτό που θέλουμε. Παρ’ ότι σέβομαι απόλυτα τις τοποθετήσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, πολύ φοβάμαι ότι οι τοποθετήσεις αυτές δεν είναι πάρα πολύ εφικτές. Δεν θα πήγαινα στο άκρο που πήγε ο κ. Βορίδης. Ουσιαστικά, αυτό το οποίο περιέγραψε ο κ. Βορίδης στο πρώτο μέρος της απάντησής του είναι το καθεστώς που έχουμε σήμερα.

Δηλαδή, σήμερα το ελληνικό δημόσιο ελέγχει και έχει μία ανώνυμη εταιρεία, η οποία παρέχει τις υπηρεσίες. Δεν τις παρέχει το ελληνικό δημόσιο τις υπηρεσίες, είναι μία ιδιωτική ανώνυμη εταιρεία, η οποία ανήκει κατά 60% ή λίγο παραπάνω σε ιδιώτες. Άρα ακριβώς αυτό το οποίο λέει ο κ. Βορίδης είναι αυτό που κάνει ο ΟΠΑΠ. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει και την απελευθέρωση του τζόγου και μόνο τον έλεγχό του. Και γι’ αυτό δεν γίνεται και το έχουμε παρατηρήσει. Όπου υπάρχουν οι εταιρείες και οι εταιρείες μπορούν να κινηθούν ελεύθερα, το δημόσιο δυσκολεύεται πάρα πολύ να τις ελέγξει. Άρα το μονοπώλιο του ΟΠΑΠ είναι και θα πρέπει να είναι απαραίτητο για την ελληνική πολιτεία, για να μπορέσει να ελέγξει την κατάσταση.

Λοιπόν, χρειάζεται ένα νέο θεσμικό πλαίσιο που να διευρύνει τον έλεγχο, να νομιμοποιεί ό,τι μπορεί να νομιμοποιήσει. Και χαίρομαι ότι κάποιοι από σας είπατε ότι είναι μια ευκαιρία, κάποιες δραστηριότητες οι οποίες είναι καινούργιες να νομιμοποιηθούν. Και βεβαίως να βάλει όρους για την προβολή των εταιρειών, οι οποίες είναι παράνομες ή, εν πάση περιπτώσει, να βρει έναν τρόπο να μπορεί να τις ελέγξει.

Σας είπα και πριν, είναι ένας χώρος στον οποίον μπορούμε να κάνουμε πολύ σοβαρή δουλειά μαζί. Είναι ένα νομοσχέδιο το οποίο επεξεργαζόμαστε με τον Υπουργό Οικονομικών και το οποίο θα έρθει πολύ σύντομα στη Βουλή. Αυτό το νομοσχέδιο από τις πρώτες διαδικασίες που έχουν ξεκινήσει μπαίνει μέσα στο πλαίσιο αυτό ακριβώς το οποίο περιγράψατε εσείς στις διάφορες τοποθετήσεις σας, ελπίζω πραγματικά ότι εφόσον δείτε αυτά τα οποία εσείς πρεσβεύετε, θα βοηθήσετε και εσείς για να περάσει αυτό το νομοσχέδιο και να περάσει παμψηφεί, έτσι όπως το αξίζει.

Ευχαριστώ πολύ.

Τριτολογία στην επερώτηση προς τους Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού, Βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας σχετικά με τον έλεγχο και την φορολόγηση των διαδικτυακών τυχερών παιγνίων.

Δεν νομίζω ότι μετά από έναν τέτοιο διάλογο μπορεί κανείς να προσθέσει πολλά λόγια σοφίας. Απλά να πω ότι εδώ εκτός από το κοινωνικό φαινόμενο που έχουμε από το παράνομο στοίχημα, έχουμε και ένα άλλο φαινόμενο. Και αυτό νομίζω ότι αξίζει να το συγκρατήσουμε. Διότι αυτό το οποίο βλέπουμε τώρα που συμβαίνει με το διαδίκτυο, είναι κάτι το οποίο θα συμβαίνει συνέχεια. Δηλαδή, όσο η πολιτεία θα βρίσκει τρόπους να ελέγξει την «πρόοδο» του παράνομου στοιχήματος τόσο θα βρίσκονται καινούργιες μέθοδοι για να παραβιάσουν αυτό το πράγμα. Δηλαδή τώρα βλέπουμε μια κατάσταση και τη βλέπουμε όχι μόνο εδώ, τη βλέπουμε στα πνευματικά δικαιώματα για παράδειγμα, που υπάρχει ένας πολύ σοβαρός διάλογος στο κατά πόσο στο διαδίκτυο μέσα μπορεί να προστατεύσουμε τα πνευματικά δικαιώματα. Βλέπουμε συνέχεια μια «πρόοδο» της παρανομίας και μια αγωνία της πολιτείας, πάντα να βρίσκεται μπροστά απ’ αυτές τις εξελίξεις.

Και είναι πάρα πολύ σημαντικό να το καταλάβουμε αυτό, γιατί οι δομές τις οποίες πρέπει να δημιουργήσουμε, πρέπει να είναι πια διαχρονικές. Δηλαδή πρέπει αυτομάτως να μπορεί η πολιτεία, να έχει το δικαίωμα η πολιτεία να παρακολουθεί αυτές τις εξελίξεις και να μπαίνει να ελέγχει την κατάσταση στην οποία βρίσκομαι. Και το λέω αυτό, γιατί είναι πάρα πολύ σημαντικό στο θεσμικό πλαίσιο που θα θέσουμε να θεωρήσουμε δεδομένη την εξέλιξη της τεχνολογίας, το γεγονός ότι θα πρέπει να προστατεύουμε τους Έλληνες πολίτες από εργαλεία τα οποία θα ανακαλύπτονται συνέχεια από αυτές τις εταιρείες για να παραβιάσουν τα συστήματα τα οποία βάζουμε.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο και κλείνοντας απλώς θέλω να πω ότι προσβλέπω και πάλι να μπορέσουμε να συνεργαστούμε σε αυτό το πεδίο.

Ευχαριστώ πολύ.