Θυμάμαι, την ημέρα που ο Τόνι Μπλερ ήρθε, με φόρα, να διεμβολίσει το κάστρο το οποίο με τόσο κόπο είχε χτίσει η Μάργκαρετ Θάτσερ. Μόλις έναν χρόνο αφού, ο Μπιλ Κλίντον και ο Αλ Γκορ, δύο νεότατοι Αμερικανοί πολιτικοί, με απίστευτη ενέργεια και όρεξη για δουλειά, είχαν αποτρέψει τον Μπους -τον παλαιότερο- να συνεχίσει για δεύτερη τετραετία την πολιτική τού Ρόναλντ Ρήγκαν. Το τείχος τού Βερολίνου είχε πέσει, η παγκοσμιοποίηση είχε αρχίσει να αναδεικνύει τις δυνατότητές της και όλα έδειχναν ότι η Σοσιαλδημοκρατία θα κατάφερνε να επιβάλλει τις αξίες της, στο μέλλον τής ανθρωπότητας.

Αυτό που πολλοί δεν είχαμε καταλάβει τότε, είναι ότι η πόρτα είχε ανοίξει από μέσα. Η παγκοσμιοποίηση είχε, ήδη, υιοθετήσει νεοφιλελεύθερα χαρακτηριστικά, τα οποία δεν απεμπόλησε ποτέ, και η Σοσιαλδημοκρατία, αντί να έρθει με ανατρεπτική όρεξη, ήρθε για να εδραιώσει τις κατακτήσεις τής Δεξιάς.

Τι πήγε λάθος; Μεταπολεμικά, η Κεντροαριστερά είχε χτίσει γερές ρίζες μέσα στην κοινωνία και ευάλωτες σχέσεις με την οικονομία. Η πολιτική της, ήταν βαθύτατα ανθρωποκεντρική και η αγορά έπρεπε να ακολουθεί. Σιγά αλλά σταθερά, είχαν μπει όρια στις εργασιακές σχέσεις, κανόνες στον ανταγωνισμό, προστασία για τον καταναλωτή, φραγμοί στις σχέσεις τού κράτους με τις επιχειρήσεις και τους επιχειρηματίες, πρόστιμα με στόχο την προστασία τού περιβάλλοντος, κίνητρα για την αειφορία. Αυτοί οι κανόνες είχαν διασφαλίσει, στην Ευρώπη τουλάχιστον, 50 χρόνια ευημερίας, κοινωνικής συνοχής και δίκαιης ανάπτυξης.

Η παγκοσμιοποίηση, τα ανέτρεψε όλα. Το άνοιγμα νέων αγορών στην Ανατολή και ο ανταγωνισμός με επιχειρήσεις που δεν ακολουθούσαν κανέναν από τους κανόνες τής Δύσης πιέζουν, εδώ και τρεις δεκαετίες, τις επιχειρήσεις της να εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους ή να αλλάξουν τους κανόνες των τοπικών τους οικονομιών. Σε μεγάλο βαθμό, έχουν συμβεί και τα δύο.

Για να το εξηγήσω με μερικά πρακτικά παραδείγματα: Η Ευρώπη επιβάλλει στα ιχθυοτροφεία της να μη δίνουν ορμόνες στα ψάρια τους, και καλά κάνει. Αυτό, όμως, μας στερεί 15%, περίπου, ανάπτυξη τον χρόνο. Την ίδια ώρα, στο όνομα τής ανοιχτής οικονομίας και τού ελεύθερου εμπορίου, η Ευρώπη εισάγει ψάρια από την Τουρκία, χωρίς να ελέγχει τι έχουν φάει. Το ίδιο γίνεται με μπλουζάκια εργοστασίων που χρησιμοποιούν παιδιά στην Ινδονησία, ως εργατικά χέρια, ή φθηνά προϊόντα τής Κίνας, η παραγωγή των οποίων μολύνει τον ίδιο ακριβώς αέρα που αναπνέουμε στη Δύση. Η Ευρώπη, με την ανοχή τής Σοσιαλδημοκρατίας, κοιμήθηκε με το όνειρο μιας επίπλαστης «αποικιοκρατικής» ανάπτυξης και ξύπνησε, μόνο, όταν αντιλήφθηκε ότι οι δικές της επιχειρήσεις έχαναν τη μάχη από επιχειρήσεις που υποστηρίζονταν από Κυβερνήσεις τής Ανατολής, κάτι που απαγορεύεται στη Δύση. Πριν προλάβει να το καταλάβει, η Ευρώπη τής κοινωνικής συνοχής και του Διαφωτισμού, είχε υποκλιθεί στην Ανατολή των άναρχων αγορών και τού αυταρχισμού. Ακόμα και η διαχείριση τής κρίσης στην Ελλάδα, τελούσε υπό το άγρυπνο βλέμμα των αγορών. Κάθε κίνηση κρινόταν, πρώτα, από τα spreads και μετά από την κοινωνία.

Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο ότι η Σοσιαλδημοκρατία παγκοσμίως έχει διαρρήξει τις σχέσεις της με την κοινωνία και μεγάλα κομμάτια ακόμα και των μεσοαστικών στρωμάτων, έχουν ακουμπήσει τις ελπίδες τους σε αλλοπρόσαλλες ρητορικές, όπως του Τραμπ, ο οποίος μεταξύ άλλων, υπόσχεται να βάλει φραγμούς στα προϊόντα τής Ασίας.

Σε αυτό το περιβάλλον, το ΠΑΣΟΚ και ο προοδευτικός χώρος, παγκοσμίως, καλείται να δημιουργήσει νέες σχέσεις με την κοινωνία. Αυτό, στην Ελλάδα σημαίνει σχέσεις εμπιστοσύνης που αναδεικνύουν ένα νέο μοντέλο «πατριωτικής» οικονομίας το οποίο θα βάλει την Ελληνίδα και τον Έλληνα πρώτο, θα στηρίξει δυναμικά τα συγκριτικά πλεονεκτήματα τής χώρας και θα δημιουργήσει νέες αγορές για ελληνικά προϊόντα στο εξωτερικό και υπηρεσίες της, εντός Ελλάδας.

Για να αλλάξουμε, όμως, το παραγωγικό μας μοντέλο, χρειάζεται ένα άλλο μοντέλο εξουσίας στην Ελλάδα και νέες πολιτικές προτεραιότητες στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα χρειάζεται ένα νέο, αποσυγκεντρωμένο μοντέλο εξουσίας που, με διαφάνεια και λογοδοσία, θα περάσει εξουσίες κοντά στον πολίτη, ώστε να μπορούν οι τοπικές αρχές και συλλογικότητες, όπως η Τοπική Αυτοδιοίκηση, τα τοπικά Πανεπιστήμια, οι Συνεταιρισμοί και τα Επιμελητήρια να συνεργάζονται, έχοντας ως στόχο την ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών, ελεύθερων από το δήθεν «επιτελικό κράτος» τού κ. Μητσοτάκη.

Στο επίπεδο τής Ευρώπης, οι δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις, καλούνται να αναδείξουν νέες προτεραιότητες και νέους κανόνες, ώστε η οικονομία να αναπτύσσεται, όχι χάρη σε μια απρόσωπη ανάπτυξη χωρίς υποκείμενο και στόχους αλλά σε μια ανάπτυξη που θα οδηγήσει στην άμβλυνση των ανισοτήτων σε εισόδημα, πλούτο και πρόσβαση στην εξουσία. Αυτό, θα μπορούσε να είναι και το διακύβευμα των επερχόμενων Ευρωεκλογών.

Με άλλα λόγια, σήμερα και στο άμεσο μέλλον, η κεντροαριστερά θα είναι αντιμέτωπη με το παρελθόν της. Η επιλογή της θα είναι είτε να επικαιροποιήσει τις ιδέες της με τις οποίες ιδρύθηκε, για να αλλάξει άμεσα τις τοπικές οικονομίες και, σταδιακά, τις παγκόσμιες, είτε να υποκύψει μια για πάντα στο σύστημα που η ίδια νομιμοποίησε. Στην ουσία δεν υπάρχει δίλλημα, διότι το δεύτερο σενάριο οδηγεί στην τελική διάλυσή της και πιθανότατα, στη διάλυση τής Δημοκρατίας όπως την ξέρουμε. Διότι, αν το ΠΑΣΟΚ και η κεντροαριστερά δεν επανασυνδεθούν με την κοινωνία, η κοινωνία θα οδηγηθεί συναισθηματικά και πολιτικά στα άκρα. Όπως, και αν, αυτά εκφράζονται.

Πηγή: https://www.anatropinews.gr/2024/01/18/%cf%80%ce%b1%cf%8d%ce%bb%ce%bf%cf%82-%ce%b3%ce%b5%cf%81%ce%bf%cf%85%ce%bb%ce%ac%ce%bd%ce%bf%cf%82-%cf%84%ce%bf-%ce%bc%ce%ad%ce%bb%ce%bb%ce%bf%ce%bd-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%ba%ce%b5%ce%bd%cf%84%cf%81/