Τα αυγουστιάτικα μελτέμια που έπνεαν σε όλη τη διάρκεια της επίσκεψης του υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού, Παύλου Γερουλάνου, στον αρχαιολογικό χώρο του Σουνίου κόπασαν. Ο Σεπτέμβρης είναι εδώ. Δύσκολος μήνας. Μήνας επανεκκίνησης. Μήνας επαναξιολόγησης. «Αν έχει ένα καλό η κρίση, αυτό είναι ότι μας υποχρεώνει να επαναξιολογήσουμε τι πραγματικά έχει αξία στη ζωή μας», λέει ο υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού. Και αυτά που έχουν αξία είναι αυτά που ευπρεπίζουντην καθημερινότητα και δεν την ευτελίζουν. Με μια ανθρώπινη και όμορφη Αθήνα με υγιείς, από κάθε άποψη, πολίτες, με φιλικά Μουσεία και αναβαθμισμένους αρχαιολογικούς χώρους, που θα χαίρεσαι να τους επισκέπτεσαι. Με ένα Υπουργείο Πολιτισμού που δεν θα σταματήσει να συνδαυλίζει την καλλιτεχνική δημιουργία. Μια καθημερινότητα με αυτοσεβασμό, αλληλοσεβασμό και πολιτισμό. Και πολιτισμόγια όλους. Όχι, οι «μεν στο Μέγαρο και οι δε στο γήπεδο». Άλλωστε, «ο πολιτισμός μας ορίζεται από τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε ο ένας στον άλλον». Και μάλλον πρέπει να αλλάξουμε συμπεριφορά. Ο κ. Γερουλάνος είναι πεπεισμένος ότι «θα βγούμε από την κρίση όταν πιστέψουμε ξανά στις δυνάμεις μας». Αν πρέπει να πετύχουμε κάτι ως κυβέρνηση, τονίζει, «αυτό είναι να μετατρέψουμε τον εξωγενή στόχο της μείωσης του χρέους σε επιμέρους στόχους αναβάθμισης της ζωής μας. Η δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας είναι ένας τέτοιος στόχος».

Δ.Κ: Ο τομέας του Πολιτισμού φαίνεται να είναι ο πιο παραμελημένος διαχρονικά. Είναι ζήτημα μόνο υποχρηματοδότησης, όπως διατείνονται αρκετοίάνθρωποι από το χώρο, ή είναι ζήτημα αναδιάταξης των υπηρεσιών καιτων προτεραιοτήτων;

Π.Γ: Ο Πολιτισμός στην Ελλάδα μπορεί να απορροφήσει τεράστια κονδύλια, τόσο για την αναβάθμιση, την προστασία και την ανάδειξη των εκατοντάδων μνημείων σε κάθε γωνιά της χώρας μας, όσο και για τη στήριξη και προβολή της νέας δημιουργίας. Άρα, όσα χρήματα κι αν έχεις, πάντα θα υπάρχουν κι αυτοί που θα παραπονιούνται ότι δεν είναι αρκετά. Και, σε ένα βαθμό, θα έχουν δίκιο. Όμως το μέγεθος της χρηματοδότησης είναι μέρος του προβλήματος. Το πραγματικό θέμα είναι πού και πώς πάνε τα λεφτά στα χέρια αυτών που διαχειρίζονται τον πολιτιστικό μας πλούτο, την κληρονομιά μας και ό,τι δημιουργείται σήμερα. Πώς δηλαδή μπορούμε να κάνουμε τα χρήματα να πιάνουν τόπο. Το πρώτο που πρέπει να κάνει κανείς είναι να βάλει διακριτούς στόχους. Εμείς προτάξαμε την απορρόφηση του ΕΣΠΑ, την αναβάθμιση των μνημείων για την καλύτερη εξυπηρέτηση τουεπισκέπτη και τη στήριξη των νέων δημιουργών. Πριν πάρουμε την όποια απόφαση ξεκαθαρίσαμε τις πολιτικές προτεραιότητές μας. Ακόμη και όσοι διαφωνούν μαζί μας, δέχονται ότι στηρίζουμε με αποφασιστικότητα αυτά που θέσαμε ως πρώτιστης σημασίας. Και για να είμαστε πιο αποτελεσματικοί στη δουλειά μας, αναβαθμίσαμε τη λειτουργία του ΚΑΣ, δημιουργήσαμε το Μητρώο Επιχορηγούμενων Φορέων για να ξέρουν όλοι πού πήγαν τα χρήματα, αναβαθμίσαμε το ρόλο φορέων που μπορούν να αναδείξουν την πολιτική μας για διάφορα θέματα πολιτισμού, όπως το ΕΚΕΒΙ για το βιβλίο, τις κρατικές σκηνές και τα Εθνικά Φεστιβάλ και νομοθετήσαμε όπου πιστεύαμε ότι το νομικό πλαίσιο ήταν παρωχημένο. Δεν το επιδιώξαμε, αλλά δεν είχαμε κανέναν ενδοιασμό να συγκρουστούμε με κατεστημένες λογικές και να σταματήσουμε να χαϊδεύουμε αυτιά. Πήραμε θέσεις χωρίς προκαταλήψεις ακόμα και αν αυτές δεν συμβάδιζαν με παλιότερες πρακτικές. Ανοίξαμε δρόμους και για τους νέους δημιουργούς, αλλά και για τις επόμενες ηγεσίες, ώστε να απελευθερωθούν οι πραγματικά δημιουργικές δυνάμεις του τόπου. Το θέμα τώρα είναι να εξασφαλίσουμε συνέχεια σε αυτήν την προσπάθεια.

Δ.Κ: Με δεδομένη την οικονομική κατάσταση, ποιες είναι οι προτεραιότητες του Υπουργείου Πολιτισμού;

Π.Γ: Κατ’ αρχάς η διασφάλιση της διαφάνειας και της λογοδοσίας είναι για εμάς πρωταρχικός στόχος. Ιδιαίτερα, σήμερα που τα χρήματα είναι περιορισμένα, θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι κάθε ευρώ πιάνει τόπο και ο Έλληνας πολίτης γνωρίζει πού πηγαίνουν τα χρήματά του. Έπειτα, ο εκσυγχρονισμός δομών και η απλοποίηση διαδικασιών, όπου αυτό είναι δυνατόν, ώστε ο πολίτης να γλιτώνει χρόνο και χρήμα στις επαφές του με το υπουργείο. Δεν είναι τυχαίο ότι σε ένα χρόνο μπήκε τέλος στη χρόνια αίσθηση ότι το Υπουργείο Πολιτισμού καθυστερεί έργα και επενδύσεις. Αυτές είναι «οριζόντιες» προτεραιότητες. Από εκεί και πέρα, έχουμε μπροστά μας το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο, όπου για πρώτη φορά θα καταγραφούν στο σύνολό τους οι αρχαιολογικοί χώροι και η ακίνητη περιουσία του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Μιλάμε δηλαδή για 6.500 περι-αστικά και αστικά ακίνητα και περίπου 18.000-18.500 αρχαιολογικούς χώρους. Ένα έργο που θα προστατέψει την κληρονομιά μας αλλά θα εξυπηρετήσει και τον πολίτη. Επίσης τρέχει και αρχίζει να παρουσιάζει τα πρώτα αποτελέσματα το Πρόγραμμα Αναβάθμισης των Υπηρεσιών του ΥΠΠΟΤ στους αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία. Έχουν ήδη εκπονηθεί μελέτες για τα φυλάκια, τους χώρους υγιεινής και τις δίγλωσσες πινακίδες στους αρχαιολογικούς χώρους με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα, ενώ σχεδιάζουμε καινούρια εκπαιδευτικά προγράμματα. Τον Σεπτέμβριο θα τρέξει και πάλι, έπειτα από 8 χρόνια, το Πρόγραμμα Επιδότησης Μεταφράσεων Ελληνικών Βιβλίων, με τον τίτλο «Φράσις», και δική του ιστοσελίδα, ενώ το Δεκέμβριο θα έχουμε το πρώτο Φεστιβάλ Νέων Συγγραφέων.

Δ.Κ: Τελικά πώς ορίζεται αυτό που λέμε «πολιτισμός» στην Ελλάδα; Υπάρχει χώρος ή είναι στην παρούσα φάση μια πολυτέλεια για λίγους;

Π.Γ: Ο Πολιτισμός μας ορίζεται από τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε ο ένας στον άλλον. Και από αυτήν την άποψη δεν αφορά τους λίγους, αλλά όλους μας. Στην πορεία, και για λόγους πρακτικούς, περιορίσαμε τον όρο και βολευτήκαμε όλοι μας στο πλαίσιο που μας ταίριαζε. Και οι λίγοι που θέλουν να διεκδικήσουν τον Πολιτισμό ως δικό τους τσιφλίκι και οι πολλοί οι οποίοι παραιτήθηκαν από τη σχέση τους μαζί του. Οι μεν στο Μέγαρο, οι δε στο γήπεδο. Και στη μέση μια κοινωνία που έχασε τον προσανατολισμό της όταν ο καταναλωτισμός την αφυδάτωσε από τις δικές της αξίες. Μιμηθήκαμε κάθε τι που βλέπαμε χωρίς να αναρωτιόμαστε αν ταιριάζει στο ελληνικό ταμπεραμέντο μας. Και γι’ αυτό φτάσαμε εδώ. Η κρίση αυτή δεν είναι οικονομική όσο είναι κρίση αξιών, θεσμών, συμπεριφοράς και τελικά Πολιτισμού. Αν έχει ένα καλό η κρίση, αυτό είναι ότι μας υποχρεώνει να επαναξιολογήσουμε τι πραγματικά έχει αξία στη ζωή μας. Τι μας ακουμπάει πάει πραγματικά και τι μας αφήνει αδιάφορους χωρίς την τάση να κάνουμε κάτι μόνο και μόνο επειδή το κάνει ο γείτονας ή το είδαμε σε ένα περιοδικό. Και σε αυτό το πλαίσιο, μια νέα γενιά δημιουργών έρχεται στο προσκήνιο στην τέχνη, στην επιστήμη, στην επιχειρηματικότητα, ακόμη και στην πολιτική, που αναζητά ένα νέο πλαίσιο αξιών για να κινηθεί και να δημιουργήσει. Φέρνουν μια άλλη πρόταση για το πώς οφείλει να ζει η κοινωνία μας, ποιες αρχές και αξίες έχει σαν πυξίδα της, τι είναι πραγματικά ελληνικό και τι είναι φθηνός μιμητισμός. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Πολιτισμός στην Ελλάδα βρίσκεται πάντα σε μεγάλη ακμή σε περιόδους κρίσης. Και τούτη την ώρα, αυτή η νέα γενιά δημιουργών πειραματίζεται για να επαναπροσδιορίσει τις αξίες μας ως κοινωνίας. Πιστεύω ότι είναι η πιο συναρπαστική στιγμή της δικής μου γενιάς. Ό,τι χτίσουμε τώρα θα είναι η παρακαταθήκη μας για την επόμενη.

Δ.Κ: Θα αποκτήσει η Αθήνα ΕΜΣΤ; Πώς βλέπετε τη σταδιακή απελευθέρωση των μουσείων από το κράτος ώστε να δουλεύουν πιο συντονισμένα και προσαρμοσμένα στις ανάγκες της εποχής;

Π.Γ: Η ιστορία του ΕΜΣΤ έχει περάσει, όπως ξέρετε, από διάφορες δυσοίωνες φάσεις τα τελευταία δέκα χρόνια. Αλλά είμαι αισιόδοξος, γιατί τώρα τα πράγματα μπαίνουν επιτέλους σε μία σειρά. Σε ό,τι αφορά γενικότερα τη μουσειακή πολιτική μας, θα σας έλεγα ότι η αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών στα μουσεία, η χειραφέτησή τους και η μετεξέλιξή τους σε πολυδύναμα πολιτιστικά κέντρα, είναι ζητήματα πρώτης προτεραιότητας για εμάς. Το προσεχές χρονικό διάστημα θα προχωρήσουμε και με το νέο θεσμικό πλαίσιο για την αναγνώριση μουσείων από το ΥΠΠΟΤ, που σήμερα απουσιάζει παντελώς. Εδώ μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο οι νέες τεχνολογίες, η ψηφιοποίηση, οι νέες μουσειολογικές και εκθεσιολογικές προδιαγραφές κάθε χώρου ώστε να είναι φιλικός στον επισκέπτη. Τα μουσεία μας, οι αρχαιολογικοί χώροι, αλλά και τα αρχεία και οι βιβλιοθήκες μας, θα ξαναγίνουν χώροι δημιουργίας και μόνο από την εφαρμογή νέων τεχνολογιών.

Δ.Κ: Η συντήρηση των υπαρχόντων και η ανάδειξη νέων αρχαιολογικών χώρων ήταν πάντα μια επιδίωξη του κράτους. Με βάση την οικονομική καχεξία, νομίζετε ότι θα πρέπει να επεκταθούν και εδώ οι χορηγίες ιδιωτών, που θα αναλάβουν συγκεκριμένα έργα ανασκαφών με αντάλλαγμα την υστεροφημία τους;

Π.Γ: Οι σύγχρονοι Έλληνες, έχουμε να διαχειριστούμε μια πολύ πλούσια πολιτιστική κληρονομιά. Είναι λοιπόν λογικό η Πολιτεία να έχει διαχρονικά επενδύσει σημαντικά ποσά στην καταγραφή και προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και να έχει πετύχει διαχρονικά πολλά. Εμείς συνεχίζουμε αυτό το έργο, αξιοποιώντας κυρίως πόρους από το ΕΣΠΑ. Αλλά ενισχύουμε και το σκέλος όπου δεν τα πήγαμε στο παρελθόν και τόσο καλά ως χώρα. Το κεφάλαιο «υπηρεσίες, αξιοποίηση και προβολή». Εκεί πρέπει τώρα να πέσει το βάρος, γιατί ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται ο κόσμος ποιοι είμαστε και ποια είναι η δική μας ταυτότητα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο που αναδεικνύουμε την κληρονομιά μας. Εννοείται πως όποιος θέλει να συμβάλει στην προσπάθειά μας να πετύχουμε αυτούς τους στόχους είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτος. Γιατί πρέπει να δαιμονοποιούμε την ιδιωτική πρωτοβουλία; Δείτε πόσο σπουδαία πράγματα κάνει το «Διάζωμα», μια μη κυβερνητική οργάνωση, χάρη στα χρήματα και την εθελοντική προσφορά εργασίας πολιτών. Αυτό αποδεικνύει ότι κινητήρια δύναμη για ό,τι γίνεται στο χώρο του Πολιτισμού δεν είναι τα χρήματα αλλά η αγάπη, η πίστη και η συνεργασία των ανθρώπων που τον υπηρετούν.

Δ.Κ: Διαδηλώσεις, «γκετοποίηση», εγκληματικότητα, σκηνές απέναντι από τον Άγνωστο Στρατιώτη. Πόσο προσβάλουν την εικόνα της Ελλάδας; Μήπως τελικά είναι κάτι που το έχουμε απορροφήσει;

Π.Γ: Είναι φαινόμενα μοναξιάς και απομόνωσης. Μας ταιριάζει η ατομικότητα όταν όλα πάνε καλά. Έχει για όλους. Όμως στην κρίση αναδεικνύεται πόσο ρηχή είναι αυτή η προσέγγιση. Και εκεί αρχίζει η τυφλή διεκδίκηση και προστασία μικροσυμφερόντων. Το ελληνικό κράτος γεννήθηκε ως συνονθύλευμα μικρών ομάδων –αργότερα συμφερόντων– και δεν άλλαξε πολύ από τότε, διότι μας ένωσε ο στόχος της επιβίωσης. Σήμερα όμως έχουμε ανάγκη από μια νέα εθνική συνεί-δηση που απορρέει από τις αξίες που συμμεριζόμαστε. Μια συλλογική εθνική στρατηγική που θα βασιστεί σε κοινούς πολιτισμικούς, κοινωνι-κούς και αναπτυξιακούς στόχους. Θα βγούμε από την κρίση όταν πιστέψουμε ξανά στις δυνάμεις μας. Και για να γίνει αυτό πρέπει όλοι μαζί να βάλουμε στόχους που θα μας κάνουν περήφανους όταν τους πετύχουμε. Όχι εξωγενείς στόχους όπως η ΟΝΕ ή οι Ολυμπιακοί Αγώνες που μας ένωσαν απέναντι στα μάτια τρίτων, αλλά δικούς μας στόχους που θα μας ενώσουν στα δικά μας μάτια και για το καλό των επόμενων γενεών. Αν πρέπει να πετύχουμε κάτι ως κυβέρνηση, αυτό είναι να μετατρέψουμε τον εξωγενή στόχο της μείωσης του χρέους σε επιμέρους στόχους αναβάθμισης της ζωής μας. Η δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας είναι ένας τέτοιος στόχος που κρύβει μέσα του πολλές σημαντικές αλλαγές στην κοινωνία μας.

Δ.Κ: Οι αρμοδιότητες για το κέντρο της Αθήνας είναι κατακερματισμένες. Επικρατεί συνωστισμός αρμόδιων φορέων. Δεν θα πρέπει να σταματήσει αυτή η γραφειοκρατική διάχυση και να το αναλάβει ένας
και όχι δέκα;

Π.Γ: Να ένα καλό παράδειγμα. Η Αθήνα είναι η πόλη της νεότερης Ελλάδας. Η πόλη στην οποία όλες οι ομάδες ήρθαν για να χτίσουν το νέο ελληνικό κράτος. Εδώ φέραμε τα όνειρα και τις προσδοκίες μας, είτε ήρθαμε από τα Αλεξανδρούπολη και την Τρίπολη είτε ήρθαμε από τη Σμύρνη και την Αλεξάνδρεια. Εδώ ήρθαν και οι μετανάστες. Ο πλούτος της πόλης είναι αμύθητος και στην ιστορία της και στις διαφορετικές προσεγγίσεις των κατοίκων της. Η σωτηρία και η αναβάθμισή της είναι εθνική υπόθεση διότι αφορά κάθε τι που μπορεί να εκπέμπει ο πολιτισμός μας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Εδώ είναι το καζάνι όπου βράζει η νέα εθνική μας συλλογικότητα και από εδώ θα γεννηθεί. Αλλά πρώτα πρέπει να αφήσουμε πίσω μας τη νοοτροπία της ομαδοποίησης γύρω από μικρά συμφέροντα και να αρχίσουμε να αναπτύσσουμε κοινούς στόχους που θα τους υπηρετήσουμε όλοι μαζί και ο καθένας από το δικό του μετερίζι. Η Αθήνα μας έχει απασχολήσει πολύ στο ΥΠΠΟΤ. Είναι το σημείο εκκίνησης για κάθε τι που μπορεί να μας βγάλει από την κρίση. Εμείς έχουμε σχέδιο αλλά δεν το υλοποιούμε μόνοι μας. Ποια θα ήταν άλλωστε η συμβολή μας στη δημιουργία μιας νέας συλλογικότητας αν απλά σηκώναμε το δικό μας μπαϊράκι; Καταθέτουμε τις προτάσεις και τις δυνατότητές μας στο Δήμο Αθηναίων και μαζί του συντονιζόμαστε. Ξέρετε τη φράση «ηγήσου, ακολούθησε ή βγες από τη μέση»; Μπορούμε να κάνουμε πολλά όταν είμαστε έτοιμοι να δώσουμε χώρο σε άλλον να ηγηθεί.

Δ.Κ: Με δεδομένο ότι έχετε ζήσει στο εξωτερικό, σε ποια άλλη χώρα θα είχαμε τέτοια παρατεταμένη εγκατάλειψη της καρδιάς της πρωτεύουσας;

Π.Γ: Η «γκετοποίηση» περιοχών μητροπολιτικών κέντρων είναι δυστυχώς κάτι που βλέπουμε να συμβαίνει παντού. Μπορεί κανείς να τη συναντήσει και στο Παρίσι –θα θυμάστε την «εξέγερση» των εξαθλιωμένων προαστίων πριν από πέντε περίπου χρόνια, το Λονδίνο πρόσφατα, στη Νέα Υόρκη την δεκαετία του ’80. Είχε εμπνεύσει σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Είναι ένα φαινόμενο που συνδέεται με τη ανισότητα που εξαπλώνεται, τη μετανάστευση, την αύξηση της βίας και της εγκληματικότητας στις δυτικές κοινωνίες. Είναι το σημείο μηδέν που αναδεικνύει πότε μια κοινωνία έχει χάσει την έννοια των αξιών και την υποχρεώνει να επαναξιολογήσει τις προτεραιότητές της. Αυτό κάνει σήμερα το κέντρο των Αθηνών για ολόκληρη την Ελλάδα. Θα έπρεπε να μας έχει προβληματίσει νωρίτερα διότι τα σημάδια μιλούσαν από καιρό. Αλλά έστω και τώρα μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα προς το καλύτερο.

Δ.Κ: Ανήκετε σε μια ομάδα νέων ανθρώπων που έχει φρέσκες ιδέες και οράματα. Το ελληνικό σύστημα λειτουργεί σαν μαύρη τρύπα που καταπίνει κάθε καινούργια ιδέα; Κατάφερε να σας ρουφήξει αυτό το σύστημα;

Π.Γ: Το ελληνικό σύστημα έχει απίθανες αγκυλώσεις και μεθόδους αυτοπροστασίας. Συχνά σε αποκαρδιώνουν διότι δεν προχωρούν γρήγορα τα πράγματα, αλλά πολύ συχνά λειτουργούν για να διασώσουν άλλα που έχουν αξία. Αυτό σε υποχρεώνει να σκέφτεσαι σε βάθος πώς να πείσεις αυτούς που δεν συμμερίζονται άμεσα τις δικές σου προτεραιότητες. Στην πορεία δίνεις μάχες και κάποιες τις χάνεις. Αλλά συνεχίζεις. Με την ελπίδα να μη χάσεις ποτέ την πίστη και την αισιοδοξία σου. Ο μύθος του Κρόνου που τρώει τα παιδιά του δεν είναι τυχαία ελληνικός. Από εκεί και πέρα, το θέμα είναι να μην κάθεσαι με σταυρωμένα τα χέρια περιμένοντας κάποιον από μηχανής Θεό που θα κάνει τα πράγματα καλύτερα. Η τύχη μας και η τύχη αυτού του τόπου βρίσκονται στα χέρια μας. Φτάνει να το πιστέψουμε και να δουλέψουμε μαζί, καθένας από τη θέση του και με τα δικά του εφόδια και τις δικές του δυνάμεις. Έτσι θα ξαναστήσουμε την Ελλάδα στα πόδια της για να προσφέρουμε ένα καλύτερο μέλλον στα παιδιά μας.