Πασχίζουν οι σημερινοί προσωρινοί ένοικοι του Μεγάρου Μαξίμου από τον Αύγουστο να πείσουν ότι δεν τρέχει και τίποτα στο θέμα των υποκλοπών. Να το συγκαλύψουν, να το υποτιμήσουν, να το σβήσουν, να το θάψουν. Αλλά αυτό δεν σβήνει, επιμένει. Γιατί καμία ύβρις ενάντια στη Δημοκρατία δεν μένει ατιμώρητη.

Όποιος πιστεύει πραγματικά στη Δημοκρατία έχει επιλέξει συνειδητά την σοφία των πολλών και όχι του ενός. Πιστεύει ότι κάθε εξουσία για να είναι αποτελεσματική, πρέπει να είναι δίκαιη. Και για να είναι δίκαιη, πρέπει να ελέγχεται. Άλλωστε η Δημοκρατία είναι ανθρώπινο δημιούργημα και όπως καθετί ανθρώπινο έχει ελαττώματα. Αλλά η λύση σε αυτά είναι πάντα περισσότερη Δημοκρατία, όχι λιγότερη.

Όποιος πιστεύει πραγματικά στη Δημοκρατία, την υπηρετεί χωρίς αστερίσκους, χωρίς εξαιρέσεις, γιατί έχει κάνει σε αυτή μια βαθιά, υπαρξιακή, αδιαπραγμάτευτη επιλογή. Και τη στηρίζει με συνέπεια και σθένος σε κάθε περίσταση, όχι μόνο όταν πρόκειται για κάτι βολικό ή κάτι συμφέρον. Μόνο τότε έχει αξία άλλωστε να διατείνεσαι ότι είσαι δημοκράτης, όταν υπερασπίζεσαι τη δημοκρατία, ακόμα και τη στιγμή που στρέφεται εναντίον σου.

Αυτό ακριβώς που δεν κάνει δηλαδή ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης.

Δεν είναι μόνο ότι αποκαλύφθηκε πως παρακολουθούσε πολιτικούς του αντιπάλους, δημοσιογράφους, κι ένας Θεός ξέρει πόσους και ποιους ακόμα.

Δεν είναι μόνο ότι η διαχείριση της αποκάλυψης των υποκλοπών είναι το ίδιο άθλια με την πρότερη πράξη.

Δεν είναι μόνο ότι ταυτίζεται πλέον με την απαξίωση και την ποδηγέτηση των θεσμών, αυτά που κατήγγειλε – και σωστά – η ΝΔ επί ΣΥΡΙΖΑ.

Είναι και ο διασυρμός της χώρας ευρωπαϊκά και διεθνώς, με πρακτικές που προσιδιάζουν σε αυταρχικά καθεστώτα, πολύ μακριά από μια ευνομούμενη Δημοκρατία. Γιατί όταν οι θεσμοί εξευτελίζονται, όταν συμπεριφέρεσαι λες και το κράτος είναι δικό σου και οι παρακρατικές μέθοδοι πήραν και επίσημα μια αδιαπραγμάτευτη θέση στην πολιτική ζωή του τόπου, τότε η Δημοκρατία ματώνει.

Η προστασία, η ενίσχυση και η εδραίωση των θεσμών, περνάει μέσω της αποσυγκέντρωσης της εξουσίας στα χέρια των πολλών, της κοινωνικής πλειοψηφίας. Άλλωστε δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα πετύχουμε μια ειρηνική και δίκαιη αναδιανομή του πλούτου, όσο διατηρείται η εξουσία στα χέρια λίγων.

Αυτός ο διαμοιρασμός της εξουσίας και ο κατ’ επέκταση κοινωνικός εκδημοκρατισμός σε βάθος, συνιστά μια δυναμική διαδικασία, μέσα από διακριτές αρμοδιότητες μεταξύ θεσμών. Αναφερόμαστε σε διαδικασίες και υποχρεώσεις όπως η λογοδοσία, η ηλεκτρονική διαβούλευση, η διαφάνεια. Μιλάμε ουσιαστικά για θεσμούς που διακαώς θα επιθυμούσαν να ξεχάσουμε, όσοι υπηρετούν το δόγμα του ‘’ l’état c’est moi’’ και επιβουλεύονται τις δυνατότητες του δημοκρατικού πολιτεύματος μόνο όποτε και όταν τους συμφέρει.