«Φίλες και φίλοι, κ. Υφυπουργέ, κ. Δήμαρχε,

Θα ήθελα, πριν ξεκινήσω, να ευχαριστήσω δυο ανθρώπους: Πρώτα, τη Δήμητρα Καραγιάννη. Το οργανωτικό της ταλέντο.

Είναι ο λόγος που είμαστε όλοι εδώ. Είναι η ψυχή τής οργάνωσης.

Επίσης, να ευχαριστήσω τον Αντώνη Σκιαθά. Δεν μου αρέσει να είμαι στην ίδια εκδήλωση με τον Αντώνη, διότι και ξέρει τα θέματα καλά και κάνει απίστευτα καλές ομιλίες που μας «βάζουν όλους κάτω». Αλλά πρέπει να τον ευχαριστήσω, διότι από εκείνον ξεκίνησαν όλα.

Σας ευχαριστώ, διότι μου δίνετε την ευκαιρία να μιλήσω για κάποια θέματα που θα κρίνουν το μέλλον τής πατρίδας μας. Διότι, μόνο από τη Δυτική Μακεδονία μπορεί να ξεκινήσει ο μετασχηματισμός τής ελληνικής Οικονομίας.

Γιατί μόνο από τη Δυτική Μακεδονία; Διότι, η Δυτική Μακεδονία έχει δύο χαρακτηριστικά που ανατρέπουν όλα τα δεδομένα γύρω από το αναπτυξιακό μοντέλο τής πατρίδας μας. Δεν έχει θάλασσα. Και μόλις υπέστη την πιο βίαιη διακοπή αναπτυξιακής προοπτικής που έχει δει μια περιοχή τής χώρας, από τότε που έκλεισαν οι κλωστοϋφαντουργίες και οι καπνοβιομηχανίες.

Μπορώ να κάνω μια ολόκληρη ομιλία, χωρίς κομματικές παρωπίδες, τονίζοντας γιατί αυτό είναι ένα έγκλημα τής Κυβέρνησης Μητσοτάκη, αλλά προτιμώ να μιλήσω για το τι κάνουμε από εδώ και πέρα.

Διότι, η απολιγνητοποίηση μάς υποχρεώνει να σκεφτούμε και να δράσουμε γρήγορα. Πριν ερημώσει η περιοχή.

Η έλλειψη θάλασσας, μάς επιβάλει να σκεφτούμε ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης. Διαφορετικό από αυτό που χαίρονται οι περισσότερες περιοχές τής χώρας.

Τί μπορεί να κάνει μια περιοχή τής Ελλάδας που δεν έχει θάλασσα και μόλις έμεινε χωρίς τη βασική πηγή εισοδήματός της; Έχει κάτι να αναπτύξει η περιοχή που δεν είχε αναπτύξει χθες;

Η απάντηση είναι «ναι», αλλά πριν σας πω τι είναι επιτρέψτε μου να αναφερθώ  σε δύο φτωχές περιοχές που έγιναν οικονομικοί κολοσσοί, για να δούμε τι έγινε εκεί. Η Μύκονος και η Ιρλανδία.

Και οι δύο περιοχές, σήμερα, ζουν από τον Τουρισμό. Γιατί όμως κατάφεραν να πετύχουν; Γιατί προσέλκυσαν κόσμο να επισκεφθεί την περιοχή;

Η Μύκονος δεν ήταν το μόνο ξερονήσι με ωραίες παραλίες στο Αιγαίο. Και στην Ιρλανδία βρέχει 9 μήνες τον χρόνο. Τι ήταν αυτό που οδήγησε αυτές τις περιοχές να ξεχωρίσουν;

Ένα πράγμα: ο Πολιτισμός τους. Τι σημαίνει «Πολιτισμός» στη συγκεκριμένη περίπτωση; Είναι τα Μουσεία, και τα Αρχαία θέατρα; Είναι οι εκκλησίες και τα Μοναστήρια; Ή τα φεστιβάλ; Είναι όλα αυτά και πολλά ακόμα.

Είναι το κρασί και το φαγητό. Είναι η φύση. Είναι οι παραδόσεις. Είναι η φιλοξενία. Είναι η ανοχή (αν όχι το καλωσόρισμα) διαφορετικών αντιλήψεων.

Είναι να ανοίγεις το παράθυρό σου και να βλέπεις μια μοναχική βαρκούλα μέσα στην πρωινή πάχνη.

Είναι εκείνη η λιμνούλα, με το παγωμένο νερό, που κατεβαίνει από το ποτάμι που κάναμε κοπάνα από το σχολείο για να πάμε για βουτιά με την παρέα. Με δύο λέξεις: είναι ο «τρόπος ζωής».

Από τους πρώτους χίπηδες, που αποβιβάστηκαν στη Μύκονο, μέχρι τους πρώτους Αμερικανούς που επισκέφτηκαν τουριστικά την Ιρλανδία, κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η δίψα να γνωρίσουν έναν «άλλο» τρόπο ζωής. Και αυτές οι δύο περιοχές τούς τον έδωσαν απλόχερα.

Στον σημερινό κόσμο, αυτή η δίψα έχει ενταθεί. Και η δυνατότητα τής Ελλάδας να τον προσφέρει, έχει απογειωθεί.

Γιατί;  Διότι σε έναν κόσμο που τρέχει με μόνο σκοπό το χρήμα, η εμμονή τού λαού μας στην ανθρωποκεντρική του αντίληψη είναι ανάσα.

Όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε, όσο πιο γρήγορα αποτάξουμε τις εμμονές των ξένων να μας κάνουν σαν εκείνους, και όσο πιο γρήγορα επιστρέψουμε σε έναν αυθεντικό, ελληνικό, τρόπο ζωής, τόσο πιο γρήγορα και τόσο πιο αποτελεσματικά θα αλλάξουμε αναπτυξιακό πρότυπο.

Τι σημαίνει όμως αυτό; Πώς μπορεί ο πολιτισμός μας να γίνει είδος προς αξιοποίηση; Η φόρμουλα συνοψίζεται σε 5 «Σ»:

Συνέπεια. Συνέργεια. Συνεργασία. Συνέχεια. Συστήματα.

Συνέπεια: Από την ώρα που θα αποφασίσεις να χτίσεις την ταυτότητα μιας περιοχής γύρω από μια ιδέα, θα πρέπει ό,τι κάνεις να το στηρίζει.

Από τον τρόπο που φτιάχνεις τα προϊόντα σου, μέχρι τον τρόπο που προσφέρεις τις υπηρεσίες σου, μέχρι τον τρόπο, τον τόπο και τον χρόνο που κάνεις διαφήμιση. Δείτε πως έχουν αλλάξει τα ελληνικά ξενοδοχεία. Προσπαθήσαμε να είμαστε σαν τους Εγγλέζους. Βάλαμε ανθρώπους με φράκο έξω από τα ξενοδοχεία. Αποτύχαμε. (Εκτός από το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία). Προσπαθήσαμε να είμαστε σαν τους Γάλλους. Ντύσαμε τα γκαρσόνια στα ασπρόμαυρα με πετσέτα τυλιγμένη στο μπράτσο. Αποτύχαμε. Προσπαθήσαμε, σε κάποιες ακόμα περιπτώσεις, να είμαστε σαν τους Ινδονήσιους. Για να αναβαθμίσουμε υπηρεσίες, να βάζουμε περισσότερο κόσμο. Και εκεί αποτύχαμε.

Πότε πετύχαμε; Όταν πουλήσαμε ελληνική φιλοξενία. Ό,τι καλύτερο σε ελληνική φιλοξενία. Αλλά ελληνική. Όσο πιο αυθεντικός είσαι, τόσο πιο συνεπής μπορείς να είσαι. Και όσο πιο συνεπής μπορείς να είσαι, τόσο πιο γνωστός γίνεσαι.

Και αυτό μας φέρνει στο δεύτερο «Σ»: Συνέργεια.

Ένα από τα πολλά που μπορεί να «πουλήσει» η Κοζάνη είναι Οινοτουρισμό. Τα αμπέλια σας είναι μοναδικά! Έχει όμως νόημα να πουλάει η Κοζάνη τα δικά της σε άλλα κοινά και η Φλώρινα, τα δικά της, σε άλλα; Όχι βέβαια. Καλύτερα μαζί. Έχει νόημα να πουλάει η Κοζάνη τα Μπουχάρια σε ένα κοινό και η Φλώρινα τις Πρέσπες σε άλλο;

Είμαι Ληξουριώτης και ξέρω τι σημαίνει να είσαι τοπικιστής. Τοπικιστής είναι αυτός που θεωρεί τον τόπο του πιο όμορφο από το Ληξούρι. Αλλά ξέρω, ότι δεν αξίζει να πουλάω το Ληξούρι χωρίς να πουλάω τον Μύρτο ή τη λίμνη τής Μελισσάνης.

Η Συνέργεια που αφορά να κάνεις πράγματα να δουλεύουν μαζί, απαιτεί το τρίτο «Σ»: Συνεργασία

Όταν είχαμε την κρίση στον Τουρισμό, φοβόμασταν ότι θα χαθεί η μπάλα και για αυτό βάλαμε όλο τον κόσμο γύρω από ένα τραπέζι. Όλα τα Υπουργεία, όλες τις Δημόσιες Υπηρεσίες, όλους τους συνδικαλιστικούς φορείς. Όλους!

Όταν σχεδιάζεις πολιτιστικό προϊόν είναι ακόμα πιο σημαντικό να γίνει καθημερινότητα η συμμετοχή όλων και συνέχεια. Ποιοί είναι όλοι; Από το γραφείο τού Περιφερειάρχη και του Δημάρχου, μέχρι τον υπεύθυνο που οργανώνει τη γιορτή των Χριστουγέννων. Και από τα ξενοδοχεία και τις τράπεζες, μέχρι τους συνεταιρισμούς. Και από τις αρχαιολογικές υπηρεσίες, μέχρι τα τοπικά κανάλια.

Ξέρω ότι πολλοί έχετε μια κακή εικόνα και για τους επιχειρηματίες και για τις αρχαιολογικές υπηρεσίες. Διαγράψτε την από το μυαλό σας. Υπάρχουν καλοί και κακοί. Υπάρχουν αρχαιολόγοι που λένε σε όλα όχι. Υπάρχουν αρχαιολόγοι που ξέρουν μια περιοχή και την ιστορία της καλύτερα από όλους μας μαζί.

Αλλά μόνο αν υπάρξει συνεργασία θα υπάρχει το επόμενο «Σ»: Συνέχεια:

Θα πω κάτι που έχω μάθει από την πείρα μου και στον Δημόσιο και τον Ιδιωτικό τομέα: Η χειρότερη στρατηγική που διαρκεί, έχει καλύτερα αποτελέσματα από την καλύτερη στρατηγική που αλλάζει. Σε κανένα επίπεδο, δεν έχει νόημα να σχεδιάζουμε αποσπασματικά.  Στο Υπουργείο Τουρισμού, για να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί ένα πρόγραμμα που θα φέρει αποτελέσματα θέλει πέντε με επτά χρόνια.

Θα μας πάρει καιρό να αποκτήσουμε στρατηγικό σχέδιο, να το δοκιμάσουμε, να δούμε τα πρώτα αποτελέσματα, να το κρίνουμε, να το διορθώσουμε και τελικά να εφαρμόσουμε αυτό που θα έχει αποτελέσματα. Αυτό, δεν γίνεται όταν κάθε επικεφαλής νομίζει ότι ξέρει καλύτερα από τον προηγούμενο.,

Και αυτό, μας φέρνει στο τελευταίο «Σ»: Σύστημα: Το κοινό τού Πολιτισμού στην περιοχή, δεν ζει στην περιοχή. Οποιαδήποτε ανάπτυξη που βασίζεται στον Πολιτισμό έχει 20% το πολύ εγχώριο ενδιαφέρον και 80% εξωτερικό. Άρα, όταν μιλούμε για πολιτισμική ανάπτυξη, την παντρεύουμε με κάποια μορφή μετακίνησης κοινών από και προς την περιοχή που θέλει να αναπτυχθεί.

Με απλά λόγια, στον Τουρισμό, οι περισσότεροι επισκέπτες κινούνται σε ομάδες που θέλουν διαφορετικές υπηρεσίες:

Οι οικογένειες, οι σύλλογοι, οι πιστοί που πάνε να προσκυνήσουν. Μπορεί μια μάνα να θέλει να προσκυνήσει την Παναγία τη Ζιδανιώτισσα ή τη Μονή Αγίας Παρασκευής Δομαβιστίου.

Το ίδιο θέλει ο σύζυγος; Και τα δύο παιδιά; Ίσως όχι. Είτε την ίδια μέρα που η μάνα θα πάει στη Μονή, οι άλλοι θα πάνε αλλού. Είτε μια άλλη μέρα θα πάνε κάπου όλοι μαζί, για να ισορροπήσει η μάνα τα δικά της «θέλω» με αυτά των άλλων.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού έχει κατατάξει 35 είδη τουρισμού κάτω από τον τίτλο: «Τουρισμός Περιπέτειας». Θα μπορούσαμε να τον ονομάσουμε πούμε: «Τουρισμό Εμπειριών».

Ο «Τουρισμός Εμπειριών», είναι άμεσα συνυφασμένος με τον Πολιτισμό. Ξέρετε πόσα από αυτά τα είδη Τουρισμού που αναφέρει ο Παγκόσμιος Οργανισμός μπορεί να αναπτύξει η Δυτική Μακεδονία; Περίπου 30. Γαστρονομικό, αθλητικό, αναρρίχηση, περίπατοι, χλωρίδα και πανίδα.

Ο «Τουρισμός Εμπειριών» είναι ένα είδος Τουρισμού που έχει πολύ χρήμα και δεν θέλει μεγάλη υποδομή (κάποιες μορφές είναι σε σκηνές). Αλλά θέλει εξαιρετικά συστήματα οργάνωσης. Διότι, από την ώρα που θα σκεφτεί μια οικογένεια να έρθει στην περιοχή, θα πρέπει να τους πούμε τι άλλο προσφέρουμε και πώς θα το βρουνε. Πού θα μείνουν; Πώς θα μεταφερθούν; Πού θα βρουν ξεναγούς και διερμηνείς σε διάφορες γλώσσες και για διάφορες ηλικίες;

Αυτό, θέλει άλλο επίπεδο αντιμετώπισης τού επισκέπτη και οργάνωσης, για να εξυπηρετηθεί με τρόπο που θα τον κάνει να φέρει και άλλους. Δηλαδή, μασημένη τροφή. Έχει γίνει ποτέ τέτοιος συντονισμός; Πρώτοι το ξεκίνησαν στην Ιρλανδία. «Άλλο Ιρλανδία και άλλο Ελλάδα» θα μου πείτε. Πρώτον, δεν είναι έτσι. Όταν ξεκίνησε η Ιρλανδία είχε τα ίδια προβλήματα συντονισμού και συνεργασίας που έχει η Ελλάδα. Αλλά πέτυχε, και μετά την ακολούθησαν άλλοι: Η Μποτσουάνα, για παράδειγμα, περιοχές τής Ινδίας και τώρα προσπαθούν τα Σκόπια. Θεωρώ άκρως αντιπατριωτικό να λέμε εμείς, ότι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι που κάνει η Ιρλανδία, η Ινδία και τα Σκόπια.

Θα σας αφήσω με μία ιστορία την οποία έζησα και κατάλαβα ότι δεν χρειάζεται να ταρακουνήσουμε το σύμπαν για να «πουλήσουμε» την περιοχή:

Είμαι ένα βράδυ, ως Υπουργός, στο Ισραήλ, το οποίο έχει αποφασίσει ότι θα μεταφέρει τον Τουρισμό του, από την Τουρκία, στην Ελλάδα. Μου είχε ζητήσει τότε ο τότε Πρωθυπουργός, ο Γιώργος Παπανδρέου, να μεταβώ στο Ισραήλ για να δω τι μπορεί να γίνει ώστε να ανοίξουν τις διόδους προς την Ελλάδα.

Βλέπω τους Tour Operators και στο τέλος μπαίνει, ως τελευταίο ραντεβού, ένας ψηλός άνδρας με κοτσίδα, πρέπει να ήταν 35 χρόνων. Τον ρωτάω:: «Εσύ τι κάνεις εδώ;». Μου απαντά: «Εγώ φέρνω τουρίστες στην Ελλάδα». Συνεχίζω, ρωτώντας: «Πώς πας;», μου λέει: «Παίρνουμε το αεροπλάνο, φτάνουμε στη Θεσσαλονίκη, νοικιάζουμε γουρούνες ή τζιπ και τους πάω στον Βίκο. Εκεί τους έχω οργανώσει, μαζεύουμε χόρτα με τις γιαγιάδες, φτιάχνουμε πίτες, ζούμε τη ζωή των ανθρώπων που μένουν στην περιοχή και ζούμε την εμπειρία τού να είσαι κάτοικος στον Βίκο». Λέω: «Βγάζεις λεφτά από αυτό;», μου απαντά: «Βγάζω πολλά λεφτά». Τότε του λέω: «Θα ήσουν διατεθειμένος να το κάνεις αυτό για να δείξουμε και σε άλλους ανθρώπους ότι είναι ένα προϊόν που αξίζει τον κόπο;». Μου λέει «Πολύ ευχαρίστως, θα το κινηματογραφήσουμε και θα το πάμε στους άλλους Tour Operators». Πράγματι, συνέβη αυτό και πράγματι ήρθαν να επισκεφτούν αυτό που έκανε εκείνος.

Στο τέλος, τους έκανα ένα τραπέζι για να μοιραστούν τις εμπειρίες τους. Με πιάνει μία κυρία, σε πολύ αυστηρό ύφος, μου λέει: «Υπουργέ δεν έχεις ιδέα τι πουλάς, είσαι άσχετος». Λέω: «Τι εννοείται;». Μου λέει: «Εγώ είμαι Tour Operator και πάω σε όλα τα μέρη του κόσμου και γνωρίζω τι έχει να πουλήσει κάθε μέρος. Το ίδιο έκανα και εδώ, αλλά είχα τις ίδιες προσδοκίες όπως κάθε φορά. Ξέρεις τι διαφορά είχε εδώ; Είναι το μόνο μέρος του κόσμου, που όταν ήταν να φύγουμε, οι γιαγιάδες ήρθαν, μας αγκαλιάσανε και δακρύσανε που φύγαμε. Αυτό δεν το έχω δει πουθενά».

Η δύναμη αυτή που ακόμα έχουμε στην Ελλάδα, που δεν έχει αλλοιωθεί από τη μανία να αναπτυχθούμε χωρίς πρόσημο, είναι αυτό που ακόμα μας δίνει τη δυνατότητα να αναπτύξουμε διαφορετικά τον τόπο. Αν το καταλάβουμε αυτό και το πετύχουμε, αν δεν αλλάξουμε για τα μάτια των οποιονδήποτε θέλουν να μας κάνουν κάτι που δεν είμαστε, αν μείνουμε πιστοί σε αυτή τη νοοτροπία που έχουμε για την ελληνική φιλοξενία, όλα τα άλλα χτίζονται.

Γιατί όλα όσα είπα, μέχρι τώρα, είναι μέθοδοι τις οποίες μπορεί να υιοθετήσει ο καθένας. Ο καθένας όμως πρέπει κάτι να «πουλήσει», και η Δυτική Μακεδονία έχει κάτι ιδιαίτερο. Αν, λοιπόν, εγώ είμαι αισιόδοξος για το μέλλον της Δυτικής Μακεδονίας δεν είναι επειδή βλέπω τα πράγματα να αναπτύσσονται σωστά, αλλά επειδή πιστεύω βαθύτατα ότι αυτό που έχουμε να αξιοποιήσουμε είναι πολύτιμο και είναι πολύτιμο για πάρα πολλούς ανθρώπους ανά τον κόσμο. Και αν το κάνουμε, το μέλλον αυτής τής περιοχής δεν θα έχει καμία σχέση με αυτό που βλέπουμε σήμερα».