Τα επόμενα δύο χρόνια τίποτα δεν θα είναι το ίδιο στην αγορά του Τουρισμού. Νέα κύματα ταξιδιωτών μπαίνουν στην αγορά με μεγάλη ορμή και αλλάζουν το σκηνικό. Άνθρωποι που δεν ταξίδευαν στο παρελθόν, ετοιμάζονται να κάνουν τα πρώτα τους ταξίδια και επιλέγουν προορισμούς που πάντα ήθελαν να επισκεφτούν.

Υπάρχουν δυο κατηγορίες ταξιδιωτών:

Η πρώτη αφορά νέους ταξιδιώτες από παλιές αγορές, όπως είναι οι ευρωπαϊκές χώρες και η Αμερική. Αυτοί είναι κυρίως νέοι ή κοινωνικά στρώματα που δεν ταξίδευαν μέχρι πρόσφατα

Η δεύτερη αφορά νέους ταξιδιώτες από νέες αγορές όπως είναι η Κίνα, η Ινδία, τα λεγόμενα BRICS. Είναι μια κατηγορία πολύ δυναμική και θα αλλάξει για πάντα την τουριστική αγορά.

Οι πρώτοι προορισμοί που θα επιλέξουν είναι κοντά στις χώρες από τις οποίες προέρχονται. Η δεύτερη επιλογή τους είναι συνδεδεμένη κυρίως με τον πολιτιστικό τουρισμό. Θέλουν να γνωρίσουν τους πολιτισμούς για τους οποίους έχουν μάθει στο σχολείο και βέβαια αναζητούν τέτοιους προορισμούς που τους δίνουν τη δυνατότητα να επιστρέψουν στην πατρίδα τους με κάποια καταναλωτικά αγαθά που γνωρίζουν.

Σε αυτό το πλαίσιο οι αγορές της Β. Μεσογείου είναι πολύ φυσικοί χώροι ανάπτυξης. Η Ελλάδα θέλει μερίδιο αυτής της αγοράς και θα το πάρει. Ήδη είχαμε αύξηση πέρυσι από την Κίνα της τάξης του 75% και περιμένουμε αντίστοιχη φέτος.

Το Αιγαίο έχει γίνει αγαπημένος προορισμός για τους κινέζους τουρίστες είτε για το γάμο τους σε κάποιο νησί είτε για το μήνα του μέλιτος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον υπάρχει και για την Αθήνα από τους Κινέζους επισκέπτες καθώς καταγράφεται ως ο αντίποδας του Ανατολικού Πολιτισμού που εκπροσωπεί η Κίνα. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 ήταν μια πρώτη άμεση επαφή των δυο λαών και είναι σημαντικό να επενδύσουμε σ’ αυτήν.

Τι κάνουμε όμως γι αυτό; Στο πρώτο μας ταξίδι στην Κίνα διαπιστώσαμε ότι το πρόβλημα των θεωρήσεων Σένγκεν ήταν ο κύριος λόγος που δεν ταξίδευαν οι Κινέζοι στην Ελλάδα. Ήδη με κινήσεις που έγιναν και από το υπουργείο Εξωτερικών άνοιξε ο δρόμος για να λυθούν εκκρεμότητες και τώρα πρέπει να δουλέψουμε για να αλλάξουμε τη λογική των tour operators που ήταν επιφυλακτικοί.

Το δεύτερο πρόβλημα ήταν η αεροπορική σύνδεση μεταξύ των χωρών και αυτό προχώρησε με την σύνδεση της Air China μέσω Μονάχου. Τέλος έχει ξεκινήσει ένα πρόγραμμα προβολής της Ελλάδας ως προορισμού κυρίως μέσω των tour operators ενώ συνεργαζόμαστε με Τουρκία και Ισραήλ για την προώθηση κοινών πακέτων.

Αυτές είναι συντεταγμένες κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση. Όμως δεν αρκούν. Εμείς θα συνεχίσουμε την προσπάθεια αλλά τη σκυτάλη πρέπει να πάρει η ιδιωτική πρωτοβουλία.

Το τρίτο μεγάλο εμπόδιο που καταγράψαμε είναι η δυνατότητα των επιχειρήσεων να εξυπηρετήσουν αυτήν την αγορά. Θα χρειαστούν επιχειρηματίες που ξέρουν την αγορά, που είναι έτοιμοι να αντεπεξέλθουν στις ιδιαίτερες απαιτήσεις της, από τις γαστρονομικές τους προτιμήσεις μέχρι ξεναγούς που μιλούν κινεζικά.

Αυτά δεν πρέπει και δεν μπορεί να τα κάνει το κράτος. Αποτελούν όμως ευκαιρία τόσο για τους Έλληνες όσο και για τους Κινέζους ιδιώτες. Και γι’ αυτούς ανοίγουμε νέους δρόμους. Απλοποιώντας τις διαδικασίες επενδύσεων και αδειοδοτήσεων, προσφέροντας τουριστικές εκτάσεις προς αξιοποίηση μέσω της ΕΤΑ, μειώνοντας τις στρεβλώσεις της αγοράς, όπως κάναμε με την κατάργηση του καμποτάζ και αναβαθμίζοντας τις υποδομές σε αεροδρόμια και λιμάνια. Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρω ότι ολοκληρώνεται μια προσπάθεια που θα μειώσει τη γραφειοκρατία αδειοδότησης κατά 75%.

Η αγορά της Κίνας έχει τεράστιο ενδιαφέρον για τον τουρισμό. Αν θέλουμε όμως να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες, θα πρέπει να συνεργαστούμε πολύ στενά, Πολιτεία και ιδιώτες. Εμείς καλωσορίζουμε αυτήν την πρόκληση και γι’ αυτό σχεδιάζουμε εντός του μήνα, ένα ταξίδι με παράγοντες του τουρισμού στην Κίνα.

Στόχος μας είναι να αναδείξουμε τη δουλειά που έχει γίνει και από τις δυο χώρες και να αναδείξουμε ένα νέο κεφάλαιο στις μεταξύ μας σχέσεις στον τουρισμό.